((Ισχυρισμοί και γεγονότα)).Εκδότες οι:Άλεξ Πάλμαρης, Γοδεφρείδος Μοντεκουκολης, Θεόφραστος ΣΑΚΕΛΟΔΑΜΩΝ.......ΩΡΑΙΟΣ ! ΕΙΣΑΙ ΣΤΟΥΡΝΑΡΑ-ΕΣΥ ΚΛΕΒΕΙΣ+ΕΜΕΝΑ ΘΑ ΒΑΛΕΙΣ ΦΥΛΑΚΗ?-ΕΜΕΝΑ ΠΟΥ ΤΟ ΚΑΘΗΚΟΝ ΜΟΥ ΤΟ ΕΠΡΑΞΑ ΠΛΗΡΩΝΩΝΤΑΣ ΓΙΑ ΝΑ ΣΩΣΩ ΜΙΑ ΧΩΡΑ ΠΟΥ Η ΙΔΙΑ ΣΟΥ Η ΓΥΝΑΙΚΑ ΤΗΝΕ ΡΗΜΑΞΕ ΚΛΕΠΤΩΝΤΑΣ ΤΗΝ?Πάντως ο Ωνάσης ητω είς εκ των ολίγων ολιγαρχων οιτηνες πλήρωσαν τα εγκλήματα που διέπραξαν αφού οι αντίπαλοι τον εκτύπησαν στην αχιλειο πτέρνα του μετατρέποντας τον από άνθρωπο σε σάπιο κεφτέ.
Eπειδη το κράτος δεν με επιβράβευσε που πολέμησα να το σώσω αναγκάστηκα να επιβράβευση κλέβοντας
((Η γκέισα είναι το θηλικο του γκαίη))..................Είπε κάποτε ο Χριστός εκνευρισμένος))::((Τι εννοείτε όταν λέτε ότι δεν έχω παππού?))................................((Δεν υπάρχει ζωή μετά τον θάνατο μόνο θάνατος μετα την ζωή)).......................((Λέει ένας στο πουλί του...Σηκω ρε αν είσαι άντρας)).................((Παπαγος σημαίνει πάγος στη γλώσσα των τραυλων))......................((Του Καζανόβα το τσουτσουνι λέγεται τσουτσουναμι))................((Το ΑiDs με μετάτρεψε από συκιά σε..σκιά))..................................................Η ΖΩΗ ΕΙΝΑΙ ΓΕΜΑΤΗ ΜΕ ΑΝΤΙΦΑΣΕΙΣ.ΠΡΙΝ ΑΠΟ 5 ΧΡΟΝΙΑ ΗΡΘΕ ΣΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ Η ΜΑΡΤΖΙΝ ΣΑΤΡΑΠΙ [ΠΟΥ ΚΑΠΟΤΕ ΤΗΝ ΓΝΩΡΙΣΑ ΣΤΗΝ ΓΚΑΛΕΡΙ ΖΕΡΟΜ ΝΤΕ ΝΟίΤΡΕΜΟΝ ΤΩΝ ΠΑΡΙΣΙΩΝ] ΚΑΙ ΗΘΕΛΑ ΝΑ ΠΑΩ ΝΑ ΤΗΝ ΞΑΝΑΣΥΝΑΝΤΗΣΩ [ΓΙΑ ΝΑ μου υπογράψει ΤΟ ΒΙΒΛΙΟ ΤΗΣ ΚΑΙ ΝΑ ΒΓΑΛΟΥΜΕ ΜΙΑ ΑΝΑΜΝΗΣΙΑΚΗ ΦΩΤΟ]-ΝΑ ΟΜΩΣ ΠΟΥ ΕΤΥΧΕ ΝΑ ΓΙΝΕΙ ΑΥΤΗ Η ΕΚΔΗΛΩΣΗ ΣΕ ΜΙΑ ΗΜΕΡΟΜΗΝΙΑ ΟΠΟΥ ΔΕΝ ΘΑ ΗΜΟΥΝ ΣΤΗΝ ΑΘΗΝΑ ΜΑ ΘΑ ΕΛΕΙΠΑ ΣΤΟ ΕΞΩΤΕΡΙΚΟ.ΤΟΤΕ ΕΝΗΜΕΡΩΣΑ ΜΙΑ ΓΝΩΣΤΗ ΜΟΥ [ΠΟΥ ΕΠΙΣΗΣ ΕΝΔΙΑΦΕΡΕΤΑΙ ΝΑ ΣΥΝΑΠΑΝΤΑΤΑΙ ΜΕ ΜΕΓΑΛΟΥΣ ΚΑΛΙΤΕΧΝΕΣ]ΚΑΙ ΤΗΣ ΕΙΠΑ ΟΤΙ ΜΠΟΡΕΙ ΝΑ ΠΑΕΙ ΑΥΤΗ ΝΑ ΣΥΝΑΝΤΗΘΕΙ ΜΕ ΤΗN ΣΑΤΡΑΠΗ[ΚΑΘΩΣ ΗΣΑΝ ΚΑΙ ΟΙ ΔΥΟ ΦΕΜΙΝΙΣΤΡΙΕΣ ΠΟΥ ΞΕΦΥΓΑΝ ΜΕ ΧΙΛΙΑ ΖΟΡΙΑ ΑΠΟ ΤΑ ΝΥΧΙΑ ΜΙΑΣ ΑΠΑΝΘΡΩΠΗΣ ΦΑΛΛΟΚΡΑΤΟΥΜΕΝΗΣ ΚΟΙΝΩΝΙΑΣ].ΟΜΩΣ ΑΥΤΗ Η ΓΝΩΣΤΗ ΜΟΥ ΑΠΑΝΤΗΣΕ ΣΤΗΝ ΠΡΟΤΑΣΗ ΜΟΥ ΛΕΓΟΝΤΑΣ ΤΑ ΕΞΗΣ=[[ΟΧΙ!.δεν ημπορώ να πάω μόνη μου να συναντήσω την ΣΑΤΡΑΠΙ.ΘΑ ΠΗΓΑΙΝΑ ΜΟΝΟ ΣΕ ΠΕΡΙΠΤΩΣΗ ΟΠΟΥ ΘΑ ΗΣΟΥΝ ΚΑΙ ΕΣΥ ΜΑΖΙ ΜΟΥ[ΟΠΩΣ ΚΑΝΑΜΕ ΣΤΟ ΙΝΣΤ.ΘΕΡΒΑΝΤΕΣ ΠΟΥ ΠΗΓΑΜΕ ΝΑ ΒΡΟΥΜΕ ΤΟΥΣ ΚΟΥΒΑΝΟΥΣ,ΤΗΝ ΝΑΝΙ,ΤΟΝ ΜΠΟΛΙΓΚΑΝ]..ΚΡΙΜΑ ΠΟΥ ΜΙΑ ΤΟΣΟ ΣΥΜΠΑΘΗΤΙΚΗ ΓΥΝΑΙΚΑ[ΣΑΝ ΑΥΤΗ]ΕΧΕΙ ΤΕΤΟΙΕΣ ΦΟΒΙΕΣ...ΠΟΥ ΟΙ ΝΕΩΤΕΡΟΙ ΔΕΝ ΤΙΣ ΕΧΟΥΝ....ΑΦΟΥ ΟΙ ΣΗΜΕΡΙΝΟΙ ΝΕΟΙ ΚΑΝΟΥΝ ΩΡΑΙΑ ΠΡΑΓΜΑΤΑ[ΞΟΔΕΥΟΝΤΑΣ ΛΙΓΑ ΧΡΗΜΑΤΑ]-ΟΠΩΣ ΧΟΡΕΥΤΙΚΕΣ ΠΑΡΑΣΤΑΣΕΙΣ,ΓΚΡΑΦΙΤΥ ΚΤΛ...ΚΑΙ ΟΤΑΝ ΤΑ ΚΑΝΟΥΝ ΑΥΤΑ ΥΠΤΑΝΤΑΙ ΚΑΙ ΑΙΣΘΑΝΟΝΤΑΙ ΛΙΓΟ ΘΕΟΙ.ΔΗΜΙΟΥΡΓΟΥΝ ΜΕΣΑ ΤΟΥΣ ΤΗΝ ΨΕΥΔΑΙΣΘΗΣΗ ΟΤΙ ΘΑ ΖΗΣΟΥΝ ΓΙΑ ΠΑΝΤΑ.ΑΥΤΟ ΕΙΝΑΙ ΚΑΤΙ ΠΟΥ Ο ΟΥΝΑΜΟΥΝΟ ΤΟ ΑΠΟΚΑΛΕΙ[[ΔΙΨΑ ΓΙΑ ΑΘΑΝΑΣΙΑ]] ΚΑΙ ΠΟΥ ΠΑΝΩ ΣΕ ΑΥΤΟ ΣΤΗΡΙΖΕΤΑΙ ΚΑΘΕ ΑΝΘΡΩΠΙΝΗ ΠΡΑΞΗ..ΤΑ ΠΑΙΔΙΑ ΑΥΤΑ ΤΑ ΧΑΙΡΩΜΑΙ.ΖΟΥΝΕ ΤΟ ΣΗΜΕΡΑ ΑΔΙΑΦΟΡΩΝΤΑΣ ΓΙΑ ΤΟ ΑΥΡΙΟ-ΣΕ ΑΝΤΙΘΕΣΗ ΜΕ ΚΑΠΟΙΟΥΣ ΑΛΛΟΥΣ ΟΙ ΟΠΟΙΟΙ ΕΙΝΑΙ ΕΒΔΟΜΗΝΤΑ ΧΡΟΝΩΝ ΚΑΙ [ΠΑΡ/ΟΛΑ ΑΥΤΑ] ΚΑΝΟΥΝ ΣΧΕΔΙΑ ΚΑΙ ΙΔΕΕΣ ΛΕΣ ΚΑΙ ΠΡΟΚΕΙΤΑΙ ΝΑ ΖΗΣΟΥΝ ΑΛΛΑ ΕΒΔΟΜΗΝΤΑ.ΚΑΙ ΤΟ ΚΑΝΟΥΝ ΑΥΤΟ ΓΙΑ ΝΑ ΕΙΝΑΙ ΑΠΟΛΥΤΩΣ ΣΙΓΟΥΡΟΙ ΟΤΙ ΤΑ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΑ ΤΟΥΣ ΔΕΝ ΘΑ ΣΥΡΙΚΝΩΘΟΥΝ].-ΑΝΤΙΘΕΤΩΣ ΑΥΤΑ ΤΑ ΝΕΑ ΜΠΟΕΜΙΚΑ ΠΑΙΔΙΑ ΖΟΥΝΕ ΤΟ ΣΗΜΕΡΑ ΑΓΝΟΝΤΑΣ ΤΟ ΤΙ ΘΑ ΤΟΥΣ ΕΡΘΕΙ[Η ΔΕΝ ΕΡΘΕΙ] ΑΥΡΙΟ..ΟΠΩΣ ΠΕΡΙΠΟΥ ΚΑΝΩ ΚΑΙ ΕΓΩ ΠΟΥ ΔΕΝ ΑΠΟΤΑΜΙΕΥΩ ΤΙΠΟΤΑ ΚΑΙ ΠΟΥ ΞΟΔΕΥΩ ΤΑ ΠΑΝΤΑ-ΕΣΤΩ ΚΑΙ ΑΝ ΓΝΩΡΙΖΩ ΟΤΙ Η ΑΠΟΤΑΜΙΕΥΣΗ ΧΡΕΙΑΖΕΤΑΙ ΕΠΕΙΔΗ ΜΠΟΡΕΙ ΚΑΠΟΤΕ ΝΑ ΧΡΕΙΑΣΤΩ ΧΡΗΜΑΤΑ ΓΙΑ ΚΑΠΟΙΑ ΕΓΧΕΙΡΗΣΗ Η ΚΑΤΙ ΤΕΤΟΙΟ.--ΖΟΥΝΕ ΛΟΙΠΩΝ ΜΕ ΤΡΟΠΟ ΜΠΟEΙΜΙΚΟ.ΕΧΟΥΝ ΚΑΠΟΙΟ ΤΑΛΕΝΤΟ[ΠΡΑΓΜΑ ΠΟΥ ΦΑΙΝΕΤΑΙ ΑΠΟ ΤΟΝ ΤΡΟΠΟ ΠΟΥ ΧΟΡΕΥΟΥΝ ΣΤΟ {{ΕΜΠΡΟΣ}} Η ΤΟ {{104}}]- ΚΑΙ [ΠΑΡΟΛΑ ΑΥΤΑ ΕΧΟΥΝ ΤΗΝ ΨΕΥΔΑΙΣΘΗΣΗ ΟΤΙ ΕΙΝΑΙ ΣΑΝ ΚΑΤΙ ΜΕΓΑΛΟΥΣ ΜΠΟΕΜΗΔΕΣ ΤΟΥ ΠΑΡΕΛΘΟΝΤΟΣ.ΣΑΝ ΤΟΝ ΜΟΤΣΑΡΤ Η ΤΟΝ ΣΙΚΑΝΕΝΤΕΡ Η ΤΟΝ ΠΙΚΑΣΣΟ Η ΤΟΝ ΑΝΤΡΕ ΣΑΛΜΟΝ,ΤΟΝ ΠΙΕΡ ΑΡΙΜΕ]-ΤΥΠΟΙ ΜΠΟΕΜ ΣΑΝ ΕΜΑΣ ΕΧΟΥΝ ΛΕΦΤΑ ΓΙΑ ΝΑ ΖΗΣΟΥΝ-ΟΜΩΣ ΔΕΝ ΕΧΟΥΝ ΛΕΦΤΑ ΓΙΑ ΝΑ ΠΕΘΑΝΟΥΝ-ΕΝΩ ΟΙ ΠΛΟΥΣΙΟΙ ΕΧΟΥΝ ΛΕΦΤΑ ΚΑΙ ΓΙΑ ΤΑ ΔΥΟ.ΤΟΥΣ ΑΝΘΡΩΠΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ ΤΟΥΣ ΧΑΙΡΩΜΑΙ!.Είναι ΦΥΣΕΙΣ ΔΗΜΙΟΥΡΓΙΚΕΣ ΚΑΙ Ο ΚΑΘΕ ΑΝΩΜΑΛΟΣ ΤΟΥΣ ΒΛΕΠΕΙ ΣΑ ΝΑ ΕΙΝΑΙ ΥΠΟΦΥΣΕΙΣ ΚΑΙ ΟΧΙ ΦΥΣΕΙΣ.ΑΝΤΙΘΕΤΑ ΚΑΤΙ ΜΙΖΕΡΟΥΣ ΒΙΟΠΑΛΑΙΣΤΕΣ[ΟΠΩΣ ΕΙΝΑΙ Ο ΘΥΡΩΡΟΣ ΤΗΣ ΠΡΩΗΝ ΠΟΛΥΚΑΤΟΙΚΙΑΣ ΜΟΥ]ΤΟΥΣ ΜΙΣΩ ΕΠΕΙΔΗ ΕΧΟΥΝ ΠΑΝΩ ΤΟΥΣ ΚΑΤΙ ΤΟ ΜΙΖΕΡΟ.ΤΟΥΣ ΕΝΔΙΑΦΕΡΕΙ ΜΟΝΟ Η ΠΡΑΚΤΙΚΗ ΠΛΕΥΡΑ ΤΗΣ ΖΩΗΣ.ΖΟΥΝΕ ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΑΛΛΟΥΣ ΟΧΙ ΓΙΑ ΤΟΝ ΕΑΥΤΟ ΤΟΥΣ.ΚΑΙ ΙΣΩΣ ΝΑ ΕΙΝΑΙ ΑΥΤΟΣ Ο ΛΟΓΟΣ ΓΙΑ ΤΟΝ ΟΠΟΙΟ ΑΥΤΟΣ ΦΕΡΘΗΚΕ ΑΣΧΗΜΑ ΣΕ ΕΜΕΝΑ[ΠΟΥ ΗΜΟΥΝ Ο ΜΟΝΟΣ ΠΟΥ ΤΟΝ ΒΟΗΘΗΣΕ]ΕΝΩ ΑΝΤΙΘΕΤΑ ΣΤΕΚΟΤΑΝΕ ΣΟΥΖΑ ΜΠΡΟΣΤΑ ΣΕ ΑΛΛΟΥS ΠΕΡΙΟΙΚΟΥΣ-ΚΑΙ ΑΥΤΟ ΤΟ ΕΚΑΝΕ ΕΠΕΙΔΗ ΚΑΤΑΛΑΒΑΙΝΕ ΟΤΙ ΕΓΩ ΗΜΟΥΝ ΔΙΑΦΟΡΕΤΙΚΟΣ ΚΑΙ ΔΕΝ ΗΜΟΥΝ ΑΠΛΟΣ ΑΝΘΡΩΠΟΣ ΣΑΝ ΑΥΤΟΝ [ΠΟΥ ΕΙΧΕ ΤΗΝ ΖΩΗ ΓΙΑ ΑΥΤΟΣΚΟΠΟ-ΚΑΙ ΟΧΙ ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΚΠΛΗΡΩΣΗ ΚΑΠΟΙΟΥ ΑΛΛΟΥ ΣΚΟΠΟΥ]-ΖΩΝΤΑΣ ΑΠΟ ΤΟ ΕΝΣΤΙΚΤΟ ΤΗΣ ΕΠΙΒΙΩΣΗΣ. -ΜΙΑ ΤΕΤΟΙΑ ΜΙΖΕΡΗ ΖΩΗ ΤΙ ΝΑ ΤΗΝ ΚΑΝΕΙΣ? ΣΟΥ ΕΙΝΑΙ ΦΟΡΤΩΜΑ! ΚΑΛΥΤΕΡΑ ΝΑ ΠΕΘΑΝΕΙΣ ΠΑΡΑ ΝΑ ΤΗΝ ΖΕΙΣ. -ΕΙΚΟΤΟΛΟΓΟΝΤΑΣ ΛΟΙΠΩΝ ΚΑΤΑΛΗΓΩ ΣΕ ΔΥΟ ΑΓΑΠΗΜΕΝΕΣ ΡΗΣΕΙΣ ΑΠΟ ΔΥΟ ΕΡΓΑ ΤΟΥ ΓΙΑΝ ΦΛΕΜΙΓΚ- 1}-{{ΔΟΥΛΕΥΑ ΣΕ ΕΝΑ ΤΣΙΡΚΟ ΚΑΙ ΕΙΔΑ ΕΝΑΝ ΕΡΓΑΤΗ ΝΑ ΧΤΥΠΑΕΙ ΕΝΑΝ ΕΛΕΦΑΝΤΑ.ΤΟΤΕ ΤΟΥ ΧΥΜΗΞΑ ΚΑΙ ΑΦΟΥ ΤΟΝ ΧΤΥΠΗΣΑ ΑΔΕΙΑΣΑ ΤΟ ΠΙΣΤΟΛΙ ΜΟΥ ΜΕΣΑ ΣΤΟ ΑΡΙΣΤΕΡΟ ΤΟΥ ΜΑΤΙ ΧΩΡΙΣ ΝΑ ΑΙΣΘΑΝΘΩ ΚΑMΙΑ ΤΥΨΗ ΓΙΑ ΤΗΝ ΠΡΑΞΗ ΜΟΥ.ΗΤΑΝ Ο ΠΡΩΤΟΣ ΜΟΥ ΦΟΝΟΣ]]. ΚΑΙ= 2}{{Η ΠΡΩΤΗ ΣΦΑΙΡΑ ΔΕΝ ΘΑ ΣΕ ΣΚΟΤΩΣΕΙ!ΟΥΤΕ Η ΔΕΥΤΕΡΗ.ΟΥΤΕ Η ΤΡΙΤΗ.ΘΑ ΠΕΣΗΣ ΣΤΑ ΠΟΔΙΑ ΜΟΥ ΚΑΙ ΘΑ ΜΕ ΕΚΛΙΠΑΡΗΣ ΝΑ ΣΟΥ ΧΑΡΙΣΩ ΤΗΝ ΑΧΡΗΣΤΗ ΖΩΟΥΛΑ ΣΟΥ.}} -ΤΕΤΟΙΑ ΛΕΜΕ ΓΙΑ ΑΥΤΟΥς ΠΟΥ ΜΑΣ ΑΠΑΞΙΩΝΟΥΝ ΚΑΙ ΜΑΣ ΕΙΡΩΝΕΥΩΝΤΑΙ ΤΗΝ ΩΡΑ ΠΟΥ ΘΑ ΤΟΥΣ ΔΙΝΑΜΕ ΚΑΙ ΤΟ ΠΟΥΚΑΜΙΣΟ ΠΟΥ ΦΟΡΟΥΣΑΜΕ ΑΝ ΜΑΣ ΚΑΛΟΦΕΡΟΝΤΑΝ. ΤΕΤΟΙΟΣ ΗΤΑΝ Ο ΘΥΡΩΡΟΣ. ΕΙΝΑΙ ΓΛΥΚΟ ΝΑ ΖΗΛΕΥΕΙ ΚΑΠΟΙΟΝ Ο ΟΠΟΙΟΣ ΕΧΕΙ ΠΕΝΤΕ ΔΕΚΑΡΕΣ ΠΑΡΠΑΝΩ ΑΠΟ KEINON. ΟΧΙ ΟΜΩΣ ΚΑΙ ΝΑ ΕΙΡΩΝΕΥΕΣΑΙ ΤΟΥΣ ΑΝΘΡΩΠΟΥΣ ΠΟΥ ΔΟΥΛΕΥΟΥΝ ΣΚΛΗΡΑ ΓΙΑ ΝΑ ΕΠΙΒΙΩΣΟΥΝ.............................................................................Σωστά κ.FREUD.ΚΑΙ ΜΟΝΟ ΤΟ ΟΤΙ ΜΑΣ ΦΕΡΑΝΕ ΣΤΟΝ ΚΟΣΜΟ-ΕΙΝΑΙ καλός ΛΟΓΟΣ ΔΙΑ ΝΑ ΘΕΜΕ ΝΑ ΤΟΥΣ ΣΚΟΤΩΣΟΥΜΕ.......αφού.."Άτιμος είναι ο κόσμος τούτος, άδικος τιποτένιος. Οι πιο καλοί πεινούν κι αδικιούνται, οι πιο κακοί τρων και πίνουν και κυβερνούν, χωρίς πίστη, χωρίς ντροπή, χωρίς αγάπη. Δεν μπορεί πια το άδικο να βαστάξει! Θα βγω στους γύρω δρόμους, θα φωνάξω: Ελάτε όλοι οι πεινασμένοι κι οι αδικημένοι κι οι τίμοι να σμίξουμε, να βάλουμε φωτιά, να καθαρίσει η γης από δεσποτάδες κι αφεντάδες κι αγάδες....Θάθελα, νάχα τη δύναμη να σηκωθώ, να κηρύξω σε όλο τον κόσμο επανάσταση. Να ξεσηκώσω όλους τους ανθρώπους, άσπρους, μαύρους , κίτρινους, να γίνουμε ένας στρατός της πείνας παντοδύναμος και να μπούμε στις μεγάλες σαπισμένες πολιτείες και στα άτιμα παλάτια και στα ξετσίπωτα σεράγια της Πόλης και να βάλουμε φωτιά!"(Ν.Καζαντζάκης, Ο Χριστός ξανασταυρώνεται")........................................................................................................................................................ΤΗ ΜΑΣΚΑ ΤΟΥ ΚΟΒΙΝΤ ΘΑ ΤΗ ΦΟΡΕΣΟΥΝ ΟΙ ΜΙΣΟΙ ΕΛΛΗΝΕΣ ΓΙΑ ΝΑ ΜΗ ΒΛΕΠΟΥΝ ΤΟΥΣ ΑΛΛΟΥΣΜΙΣΟΥΣ ΝΑ ΥΠΟΦΕΡΟΥΝ-ΛΕΕΙ ΕΝΑΣ ΣΤΟ ΠΟΥΛΙ ΤΟΥ=[[ΣΗΚΩ ΡΕ ΑΝ ΕΙΣΑΙ ΑΝΤΡΑΣ]] ΤΗΣ ΓΚΕϊΣΑΣ ΤΟ ΑΡΣΕΝΙΚΟ ΛΕΓΕΤΑΙ ΓΚΑΙΗ. ΤΟΥ ΚΑΖΑΝΟΒΑ ΤΟ ΤΣΟΥΣΤΣΟΥΝΙ=ΤΣΟΥΤΣΟΥΝΑΜΙ................ΕΙΧΑ ΜΙΑ ΜΟΥΣΑ ΠΟΥ ΔΕΝ ΤΗ ΓΑΜΟΥΣΑ. .............Ο ΘΕΟΣ ΕΙΝΑΙ ΜΕΓΑΛΟΣ ΓΙΑΤΙ Ο ΠΟΥΤΣΟΣ ΜΟΥ ΕΙΝΑΙ ΜΕΓΑΛΟΣ- - - - ΞΕΡΩ ΚΑΠΟΙΟΝ ΠΟΥ [ΕΝ ΜΕΣΩ ΚΡΙΣΗΣ] ΠΗΡΕ ΔΑΝΕΙΟ 700.00-ΧΩΡΙΣΝΑ ΔΙΑΘΕΤΕΙ ΤΙΣ ΠΡΟϋΠΟΘΕΣΕΙΣ ΑΠΟΠΛΗΡΩΜΗΣ ΑΥΤΟΥ..ΑΠΛΑ ΤΟ ΠΗΡΕ ΓΙΑΤΙ ΕΙΧΕ ΠΟΛΙΤΙΚΑ ΜΕΣΑ--'Οσο γιά τα δανειά του αυτα κάποτε το κράτος [ΣΑΣ] θα βάλει εμένα να τα πληρώσω και η αίωνια φάρσα της κρίσης που δημιουργησαν όσοι δεν είχαν περιουσίες βαζοντας επειτα να την πληρώσουν αυτοι που είχαν[θα συνεχίζεται επ/αόριστον]Ο Μέγας Ιεροεξεταστής Οι τρεις πειρασμοί* από Φώτης Κόντογλου -10 Ιουνίου 20220169 Α’ Πολλά, αμέτρητα, είναι όσα γραφήκανε για τον Παπισμό, αλλά λίγα είναι σαν αυτά που έγραψε για το αινιγματικό τούτο σύστημα ο πλέον βαθυστόχαστος κι’ αποκαλυπτικός Ρώσος συγγραφέας Θεόδωρος Ντοστογέφσκη. Τούτο το μοναδικό κείμενο είναι ένα κεφάλαιο μέσα στο βιβλίο του «Τ’ Αδέρφια Καραμάζωφ», κι’ αυτό το κεφάλαιο έχει για επανώγραμμα «Ο Μέγας Ιεροεξεταστής». Ο Ντοστογέφσκης, μ’ όλο που είναι ένα φιλοσοφικό πνεύμα, ωστόσο στον «Μέγαν Ιεροεξεταστή» αισθάνεται και γράφει σαν Ορθόδοξος, που ξέρει καλά ποιος είναι ο αληθινός Χριστός κι’ η διδασκαλία του. Στον «Μέγαν Ιεροεξεταστή» βάζει τον Χριστό αντιμέτωπο με τον ψεύτικο αντιπρόσωπό του στη γη, με τον Ιησουίτη Ιεροεξεταστή, το φοβερό τέρας που έκαιγε τους «αιρετικούς» στ’ όνομα του Χριστού, ένα πράγμα απίστευτο κι’ ακατανόητο. Είναι τρομερό να σκεφθή κανένας τί μπορεί να κάνη ο διάβολος για να δυσφημήση τον Χριστό, αφού φτάνει στο σημείο να φαίνεται ο σατανάς πως είναι ο ίδιος ο Χριστός! Σ’ αυτό το παράδοξο κείμενο του Ντοστογέφσκη, ο Ιεροεξεταστής κάνει μια μακρυά εξομολόγηση στον Χριστό, που δεν βγάζει μήτε μια λέξη από το στόμα του για να δώση απάντηση στα ερωτήματα του ιεροδικαστή, και για τούτο αποκρίνεται ο ίδιος σε όσα ερωτά. Με άλλα λόγια, όσα λέγει είναι ένας καταθλιπτικός μονόλογος που βγαίνει από το στόμα κάποιου πλάσματος που θαρρείς πως ανέβηκε από την κόλαση. Ο Ιεροεξεταστής καταδίκασε κάποιους «αιρετικούς» σε θάνατο με τη φωτιά, κι’ αφού έγινε θανάτωση στη μεγάλη πλατεία μιας σπανιόλικης πολιτείας, γύρισε πίσω στο κελλί του, που βρισκότανε στο κτίριο του «Ιερού Δικαστηρίου», ικανοποιημένος πως έκανε το χρέος του, κατά το σύστημα που υπηρετούσε μ’ έναν φρικτόν φανατισμό. Το σύστημά του ήτανε ένας Χριστιανισμός όχι όπως τον δίδαξε ο Χριστός, αλλά παραμορφωμένος κι’ αγνώριστος ολότελα, μέχρι που να μοιάζη με θρησκεία του αντιχρίστου, κι’ αυτό έγινε για να μπορούνε οι άνθρωποι να τον δεχτούνε, επειδή εκείνα που παραγγέλνει και που ζητά ο Χριστός από τους πιστούς του είναι, κατά τη γνώμη του Ιεροεξεταστή και των ομοίων του, απόλυτα κι’ ανεφάρμοστα, υπεράνθρωπα κι’ απάνθρωπα. Δηλαδή ο Χριστιανισμός έγινε ένα σύστημα σαν τα άλλα ανθρώπινα συστήματα, μια κοσμική εξουσία που έχει στην εξουσία της τους πιστούς της, και που τους διοικεί, τους κρίνει και τους καταδικάζει όπως η πολιτική εξουσία. Από τον Χριστό κράτησε μοναχά το προσωπείο, κι’ ό,τι κάνει, λέγει πως το κάνει στ’ όνομα του Χριστού, ενώ το κάνει στ’ όνομα του σατανά. Για τούτο ο Ιεροεξεταστής ολοένα αναφέρει τον διάβολο με σεβασμό, και τον ονομάζει «Αυτός», «το Μέγα και Σοφό Πνεύμα», «το Σοφό και ισχυρό Πνεύμα». Αλλά αναπάντεχα, ενώ ο Ιεροεξεταστής ήτανε ικανοποιημένος που έκαψε τους αιρετικούς, υπηρετώντας το σύστημα της Παπικής Εκκλησίας, αναπάντεχα φανερώνεται ο Χριστός μέσα στον δρόμο, κι’ ο κόσμος τρέχει από πίσω του, κλαίγοντας από συγκίνηση. Με όλο που δεν λέγει ποιος είναι, κι’ ούτε βγάζει μιλιά από το στόμα του, ωστόσο όλοι καταλάβανε πως ήτανε ο Χριστός. Τρέξανε λοιπόν και του πήγανε τους αρρώστους τους, κι’ Εκείνος τους θεράπευε, ανάστησε μάλιστα κι’ ένα πεθαμένο παιδάκι, μπροστά στην καθεδρική εκκλησιά της Σεβίλλιας, εκεί που καίγανε τους «αιρετικούς» στ’ όνομά του. Εκείνη τη στιγμή πέρασε από κει ο Ιεροεξεταστής, ψηλός, κοκκαλιάρης, καραμουντζωμένος και κατσουφιασμένος, ίδιος σκιάχτρο, με βαθουλωμένα μάτια που βγάζανε σπίθες, γέρος ενενήντα χρονών. Μόλις είδε τον Χριστό και το θαύμα που έκανε, έδωσε διαταγή στην «αγία φρουρά», που τον φύλαγε, να τον πιάσουνε. Πιάσανε λοιπόν τον Χριστό, κι’ ο λαός, που λίγο πριν έκανε σαν τρελλός από τη χαρά του για τον Χριστό, άνοιξε δρόμο, ταπεινά κι’ υπάκουα, για να περάσουνε οι στρατιώτες με τον κατάδικο τον Χριστό, κι’ όλοι σκύψανε ως τη γη μπροστά στον Ιεροεξεταστή. Και κείνος βλόγησε σιωπηλά τον λαό, και γύρισε στο διαμέρισμά του, όπως είπαμε στην αρχή. Αυτή τη διήγηση την παρουσιάζει ο Ντοστογέφσκης σαν λογοτεχνικό έργο του Ιβάν Καραμάζωφ, που ήτανε ένας από τους γυιους του γέρου Καραμάζωφ, σπουδασμένος στην ευρωπαϊκή φιλοσοφία. Και το διαβάζει στον μικρότερο αδελφό του, τον Αλιόσα, που είχε γίνει καλόγερος, υποτακτικός σ’ έναν άγιο γέροντα ξομολόγο, έναν «στάρετς», όπως τους λέγουνε στα ρωσικά. Ο Αλιόσας, κάθε τόσο διακόπτει τον Ιβάν που διαβάζει, και κάνει κάποιες παρατηρήσεις. Αυτές δε τις βάζω στο κείμενο του Ντοστογέφσκη που δίνω παρακάτω, για να μην κόβεται ο μονόλογος του Ιεροεξεταστή. Πρέπει να σημειώσω πως αυτό το κείμενο δεν το αφήνω όπως είναι γραμμένο από τον συγγραφέα, αλλά το άλλαξα κάμποσο, σε πολλά το άλλαξα πολύ, σε άλλα μέρη το συντόμεψα και σε άλλα μέρη προσπάθησα να το κάνω πιο απλοποιημένο, ώστε να το καταλάβη ο αναγνώστης καλύτερα. Το ύφος του Ντοστογέφσκη, επειδή είναι νευρικό, ακατάστατο, και συχνά έχει κάποια βορεινή αοριστία, το άλλαξα, κάνοντάς το πιο ήσυχο, πιο καθαρό και πιο απλό, για να νοιώση ο αναγνώστης τα δύσκολα και βαθειά νοήματα πιο εύκολα. Κάπου-κάπου έβαλα και κάποια λόγια του Χριστού από το Ευαγγέλιο, που δεν τα έχει ο Ρώσος συγγραφέας, για να γίνουν οι ιδέες του πιο χειροπιαστές, καθώς και μερικά εξηγητικά λόγια και υποσημειώσεις. Η βάση, που απάνω της είναι γραμμένος «ο Μέγας Ιεροεξεταστής», είναι, με άπλα λόγια, τούτη: Πως ο Παπισμός είναι ένα σύστημα φοβερό, βγαλμένο από την αμαρτωλή και πονηρή διάνοια του ανθρώπου, που θέλει να εξουσιάζη απάνω στους ανθρώπους και να τους κάνη υποτακτικούς του, χωρίς αγάπη, χωρίς πίστη, χωρίς τίποτα χριστιανικό, αλλά γεμάτο από το πνεύμα του διαβόλου, που λέγει όμως πονηρά πως η εξουσία του προέρχεται από τον Χριστό, και πως ό,τι κάνει το κάνει εν ονόματί Του. Αυτή η σατανική υποκρισία είναι το μυστικό αυτού του συστήματος, που το κρύβουνε καλά οι ιερωμένοι του. Αλλά ένας από αυτούς, ο Μέγας Ιεροεξεταστής, από την οργή που ένοιωσε σαν είδε τον Χριστό να έρχεται πάλι σε τούτο τον κόσμο για να χαλάση το «μεγάλο» έργο που έγινε μεν στ’ όνομά του, χωρίς όμως να έχη σχέση μ’ αυτό το έργο ο ίδιος ο Χριστός, από την παραφορά του λοιπόν το φανερώνει, φωνάζοντας στον Χριστό: «Εμείς δεχθήκαμε το ξίφος του Καίσαρα, που δεν θέλησες να το πάρης Εσύ, κι’ έτσι σε πετάξαμε Εσένα κι’ ακολουθήσαμε Αυτόν», δηλαδή τον διάβολο. Σήμερα που γίνονται τόσες συζητήσεις απ’ αφορμή της κίνησης που σηκώθηκε άξαφνα για το σμίξιμο του Βατικανού με το Οικουμενικό Πατριαρχείο, κίνηση που προέρχεται από το πνεύμα του κόσμου τούτου, που ενσαρκώνει ο Παπισμός, κι’ επειδή οι πολλοί, σχεδόν όλοι, είναι ακατατόπιστοι στα ζητήματα της θρησκείας, και δεν γνωρίζουν τί αντιπροσωπεύει ο Παπισμός και τί αντιπροσωπεύει η Ορθοδοξία, θεώρησα καλό να γράψω μερικά άρθρα σχετικά μ’ αυτά τα θέματα, κι’ ανάμεσα σ’ αυτά είναι και τούτο που γράφω απ’ αφορμή του «Μεγάλου Ιεροεξεταστή» του Ντοστογέφσκη. Β’ Στον μονόλογο που λέγει ο Μέγας Ιεροεξεταστής μπροστά στον Χριστό που στέκεται βουβός, γίνεται πολύς λόγος για τους τρεις πειρασμούς του Χριστού. Γι’ αυτό, καλό θα είναι να κυττάξουμε τί λέγει το Ευαγγέλιο γι’ αυτούς τους πειρασμούς. Ας πάρουμε το κατά Ματθαίον Ευαγγέλιο: «Τότε ο Ιησούς ανήχθη εις την έρημον υπό του πνεύματος, πειρασθήναι υπό του διαβόλου, και νηστεύσας ημέρας τεσσαράκοντα και νύκτας τεσσαράκοντα, ύστερον επείνασε. Και προσελθών αυτώ ο πειράζων είπεν. “ει υιός ει του Θεού, ειπέ ίνα οι λίθοι ούτοι άρτοι γένωνται”. Ο δε αποκριθείς είπε: “Γέγραπται, ουκ επ’ άρτω μόνω ζήσεται άνθρωπος, αλλ’ επί παντί ρήματι εκπορευομένω δια στόματος Θεού”. Τότε παραλαμβάνει αυτόν ο διάβολος εις την αγίαν πόλιν, και ίστησιν αυτόν επί το πτερύγιον του ιερού, και λέγει αυτώ: “Ει υιός ει του Θεού, βάλε σεαυτόν κάτω. Γέγραπται γαρ ότι τοις αγγέλοις αυτού εντελείται περί σου, και επί χειρών αρούσι σε, μήποτε προσκόψεις προς λίθον τον πόδα σου”. Έφη αυτώ ο Ιησούς: “Πάλιν γέγραπται, ουκ εκπειράσεις Κύριον τον Θεόν σου”. Πάλιν παραλαμβάνει αυτόν ο διάβολος εις όρος υψηλόν λίαν, και δείκνυσιν αυτώ πάσας τας βασιλείας του κόσμου και την δόξαν αυτών, και λέγει αυτώ: “Ταύτα πάντα σοι δώσω, εάν πεσών προσκυνήσης μοι”. Τότε λέγει αυτώ ο Ιησούς: “Ύπαγε οπίσω μου σατανά. Γέγραπται γαρ, Κύριον τον Θεόν σου προσκυνήσεις και αυτώ μόνω λατρεύσεις”. Τότε αφίησιν αυτόν ο διάβολος, και ιδού άγγελοι προσήλθον και διηκόνουν αυτώ»(Ματθ. δ’, 1). Λοιπόν ο Ιεροεξεταστής λέγει στον Χριστό: «Το φοβερό και πονηρό Πνεύμα, το πνεύμα της ανυπαρξίας και της αυτοκαταστροφής, μίλησε μαζί Σου στην έρημο και γράφηκε στο Ευαγγέλιο πως σε έβαλε σε δοκιμασία. Έτσι δεν είναι; Είναι δυνατό να ειπωθή ένα πράγμα πιο αληθινό από το νόημα που έχουνε αυτά τα τρία ερωτήματα που Σου έβαλε και που Εσύ τα πέταξες, και που στα Ευαγγέλια λέγονται πειρασμοί; Αν έγινε ποτέ στη γη ένα αληθινό θαύμα, τρανταχτό σαν κεραυνός, αυτό ήτανε μοναχά εκείνο που έγινε εκείνη την ημέρα, την ημέρα των τριών πειρασμών. Αν συνάζαμε όλους τους σοφούς του κόσμου, τους εξουσιαστές, τους αρχιερείς, τους στοχαστές, τους φιλοσόφους, τους ποιητές, και τους λέγαμε: “Βρήτε και συνθέσετε τρία ερωτήματα, που νάχουνε ανταπόκριση όχι με το άφθαστο ύψος της στιγμής εκείνης, αλλά μέσα σε τρεις φράσεις, σε τρεις λέξεις της ανθρώπινης γλώσσας, να κλείνεται ολόκληρη η μελλοντική ιστορία της ανθρωπότητας, πιστεύεις, Εσύ, πως όλη η σοφία του κόσμου μαζεμένη θα μπορούσε να συλλάβη κάποιο πράγμα που να είναι σε δύναμη και σε βάθος ισάξιο με τα τρία ερωτήματα που Σου πρότεινε τότε το κραταιό και πονηρό Πνεύμα της ερήμου;… Μέσα σ’ αυτά τα τρία ερωτήματα βρίσκεται ολόκληρο το μέλλον κι’ η ιστορία της ανθρωπότητας σαν προφητεία, και σ’ αυτές τις τρεις εικόνες σμίγουνε όλες οι αξεδιάλυτες αντιφάσεις που υπάρχουνε στον κόσμο. Εκείνον τον καιρό δεν ήτανε αυτό τόσο ολοφάνερο, επειδή το μέλλον της ανθρωπότητας ήτανε άγνωστο. Σήμερα όμως, ύστερ’ από δεκαπέντε αιώνες, μπορούμε να δούμε πως με αυτά τα τρία ερωτήματα προφητευθήκανε τα πάντα, και πως πόσο αληθινά βγήκανε, που ημείς να μη μπορούμε μήτε να προσθέσουμε, μήτε ν’ αφαιρέσουμε τίποτα. Κρίνε τώρα και μόνος Σου ποιος είχε δίκιο τότε; Εσύ, ή Εκείνος που Σε ρωτούσε; Θυμήσου το πρώτο ερώτημα. Η έννοιά του ήτανε τούτη: Θέλεις να πας στον κόσμο με αδειανά χέρια, και μοναχά με μια αόριστη υπόσχεση για ελευθερία, που οι στενόψυχοι άνθρωποι δεν μπορούνε να την καταλάβουνε καθόλου, μάλιστα την φοβούνται, γιατί γι’ αυτούς δεν υπάρχει τίποτα που να είναι πιο ανυπόφορο από την ελευθερία. Βλέπεις όμως τις πέτρες σ’ αυτή την γυμνή και φλογισμένη έρημο; Κάνε τις ψωμιά, κι’ η ανθρωπότητα θα σε ακολουθήση σαν κοπάδι, γεμάτη ευγνωμοσύνη. Αλλά Εσύ δεν ήθελες να πάρης από τους ανθρώπους την ελευθερία, και δεν παραδέχτηκες αυτό που σου πρότεινε το κραταιό Πνεύμα, επειδή σκέφθηκες τί είδους ελευθερία θα είναι αυτή που αγοράζεται με ψωμιά, και του αποκρίθηκες: «Ουκ επ’ άρτω μόνω ζήσεται άνθρωπος». Αλλά γνωρίζεις πως εν ονόματι αυτού του επιγείου άρτου, το πνεύμα της γης θα σηκωθή καταπάνω Σου και θα Σε πολεμήση και θα Σε νικήση;». Σημ. Φ.Κ. Αυτόν τον ξεσηκωμό του πνεύματος της γης, δηλαδή της σαρκικής καλοπέρασης, καταπάνω στον Χριστό, τον βλέπουμε σήμερα περισσότερο από κάθε άλλη εποχή. Από αυτό το πνεύμα προέρχεται και η κίνηση που γίνεται για να ενωθούνε οι λεγόμενοι Χριστιανοί, αφού μάλιστα το διακηρύττουν ότι γίνεται για την επίγεια ευδαιμονία της ανθρωπότητας, και την επικροτούνε όλοι οι σαρκικοί άνθρωποι. Για τους άλλους δυο πειρασμούς, που πρότεινε ο διάβολος στον Χριστό, δηλ. να πέση από την σκεπή του ναού για να τον αρπάξουν οι άγγελοι, καθώς και για τον άλλον, να προσκυνήση τον σατανά και να πάρη στην εξουσία του τα βασίλεια της γης, μιλά ο Ιεροεξεταστής μέσα στο κείμενο του Ντοστογιέφσκη που βάζουμε παρακάτω. Γ’ Είπαμε λοιπόν πως η «αγία φρουρά» έπιασε τον Χριστό κατά διαταγή του Ιεροεξεταστή. Τον πήγανε και τον κλείσανε σε μια στενή, θολωτή και σκοτεινή φυλακή του Αγίου Δικαστηρίου. Σαν νύχτωσε, ο Μέγας Ιεροεξεταστής, μ’ ένα φανάρι στο χέρι, ξεκλειδώνει τη σιδερόπορτα και μπαίνει μέσα. Σταματά και κυττάζει κατάματα τον φυλακισμένο, σαν να τον τρυπά με το σουβλερό μάτι του. Ύστερα βάζει το φανάρι επάνω στο τραπέζι, πλησιάζει τον Χριστό, και του λέγει: «Είσαι Εσύ ο ίδιος;». Δεν παίρνει καμμιά απόκριση. Μα κατάλαβε πως είναι ο Χριστός, και γι’ αυτό τον ρωτά: «Γιατί ήρθες να μας ενοχλήσης;». Ο Χριστός στέκεται βουβός. Για τούτο, ο Ιεροεξεταστής απαντά ο ίδιος στα ερωτήματά του. Λέγει λοιπόν στον Χριστό: «Πριν από χίλια πεντακόσια χρόνια ήρθες να διδάξης στους ανθρώπους την ελευθερία. Μα εμείς, αφού τους υποδουλώσαμε, τους κάναμε να πιστεύουν πως είναι ελεύθεροι, αν και φέρανε την ελευθερία τους και την ρίξανε στα πόδια μας. Αυτός ο δρόμος είναι ο μόνος που κάνει τους ανθρώπους ευτυχισμένους. Μα Εσύ δεν θέλησες να τον ακολουθήσης. Ευτυχώς όμως που μας έδωσες την εξουσία “του δεσμείν και λύειν”, και κάνουμε εκείνο που Εσύ δεν το έκανες. Τώρα δε μπορεί να σκέπτεσαι πως μπορεί να μας πάρης πίσω αυτήν την εξουσία. Λοιπόν, γιατί ήρθες να μας ενόχλησης; Το Μέγα Πνεύμα Σου έβαλε τρία ερωτήματα, τότε που Σε πείραξε στην έρημο. Μέσα σ’ αυτά τα ερωτήματα βρίσκεται όλη η μέλλουσα ιστορία της οικουμένης και της ανθρωπότητας. Ενώ το κραταιό Πνεύμα Σου είπε να το προσκυνήσης για να γίνουν “οι λίθοι άρτοι”, Εσύ του αποκρίθηκες: “Δεν θα ζήση ο άνθρωπος μοναχά με το ψωμί”, δηλ. μόνο με τις υλικές απολαύσεις. Εσύ δηλαδή, αντί αυτή τη χεροπιαστή υλική επιτυχία, τους έδινες μια ελευθερία που δεν μπορούν να την καταλάβουν οι άνθρωποι, γιατί ο νους κι’ η καρδιά τους είναι περιωρισμένα. Η ελευθερία που τους έδωσες, είναι γι’ αυτούς το πιο ανυπόφορο πράγμα. Ενώ αν έκανες τις πέτρες ψωμιά, όλη η ανθρωπότητα θα Σε ακολουθούσε με ευγνωμοσύνη. Εσύ όμως είπες: “Δεν θα ζήση με ψωμί μοναχά ο άνθρωπος”. Ξέρεις λοιπόν πως εν ονόματι αυτού του επίγειου ψωμιού θα σηκωθή καταπάνω Σου το πνεύμα της Γης (του κόσμου); Ξέρεις ακόμα πως η ανθρωπότητα με το στόμα των σοφών της και των διανοουμένων της θα διακηρύξη, ύστερ’ από αιώνες, πως δεν υπήρξανε μήτε αμαρτίες, μήτε εγκλήματα, παρά μοναχά πεινασμένοι άνθρωποι; Εσύ τα ξέρεις αυτά. Η σημαία που θα σηκωθή καταπάνω Σου θα γράφη απάνω: “Πρώτα χόρτασέ μας, κι’ ύστερα ζήτα από μας να κάνουμε τον λόγο Σου!”. Με αυτή τη σημαία θα γκρεμίσουν τον ναό Σου, και στη θέση του θα χτίσουνε ένα φοβερό πύργο του Βαβέλ. Εμείς όμως θα τους χορτάσουμε, και θα τελειώσουμε αυτόν τον πύργο του Βαβέλ. Και θα τους πούμε ψέματα πως αυτό που κάνουμε το κάνουμε στ’ όνομά Σου. Εσύ τους υποσχέθηκες “τον ουράνιον άρτον”. Μπορεί αυτό το ψωμί να συγκριθή με το χεροπιαστό ψωμί, με το επίγειο ψωμί; Καλά, τέλος πάντων, για “τον ουράνιον άρτον” θα Σε ακολουθήσουν χίλιοι, δέκα χιλιάδες, εκατό χιλιάδες. Αλλά τί θα γίνουνε τα εκατομμύρια και τα δισεκατομμύρια πλάσματα που δεν θάχουνε τη δύναμη να περιφρονήσουν το επίγειο ψωμί, για να λάβουν “τον ουράνιον άρτον” Σου; Εμείς θα γίνουμε σωτήρες γι’ αυτά τα εκατομμύρια, και θα μας θεοποιήσουνε, γιατί εμείς πήραμε απάνω μας την ελευθερία τους. Εμείς όμως θα πούμε πως έχουμε για αρχηγό Εσένα, και πως πήραμε την εξουσία από Εσένα. Θα λέμε ψέματα, μα αυτό θα είναι χρέος μας. Να, αυτά είχα να πω για το πρώτο ερώτημα του πειρασμού, που Σου πρότεινε στην έρημο. Περιφρόνησες το μόνο μέσον που μ’ αυτό θα μπορούσες να κάνης να σε λατρεύουν όλοι οι άνθρωποι, κι’ όχι μοναχά εκείνοι οι λίγοι (δηλ. εκείνοι που κρατούνε τον αληθινό λόγο του Χριστού, Φ.Κ.). Οι άνθρωποι θέλουν να παραδώσουν την ελευθερία τους σε κάποιον. Κι’ Εσύ, αντί να πάρης την ελευθερία τους και να γίνης εξουσιαστής τους, τους χάρισες ακόμα περισσότερη ελευθερία. Αυτό ξεπερνά τη δύναμή τους, και για τούτο Εσύ στάθηκες γι’ αυτούς σκληρός, και δεν τους αγάπησες με το να τους δώσης την ελευθερία. Γι’ αυτό, Εσύ ο ίδιος συνήργησες στο γκρέμισμα της βασιλείας Σου, και δεν πρέπει να κατηγοράς κανέναν γι’ αυτή την καταστροφή». Δ’ Ο Ιεροεξεταστής εξακολούθησε να μιλά δίχως να παίρνη απάντηση από τον Χριστό, που στεκότανε μπροστά του. Του μιλά για τον δεύτερο πειρασμό: «Το πονηρό και ισχυρό Πνεύμα Σου είπε ακόμα να πέσης από την σκεπή του ναού, για να Σε σηκώσουν οι άγγελοι για να μην πάθης τίποτα. Μα Εσύ κι’ αυτό δεν το παραδέχθηκες, και του αποκρίθηκες: “Ουκ εκπειράσεις Κύριον τον Θεόν σου”. Και τότε που Σε σταυρώσανε και Σου φωνάζανε περιπαιχτικά “κατέβα, αν μπορής, από τον σταυρό”, Εσύ δεν κατέβηκες να τους κάνης να σέρνονται μπροστά Σου, γιατί δεν ήθελες να κατάργησης την ελευθερία τους. Γι’ αυτό, ο προφήτης και μαθητής Σου έγραψε πως είδε στην πρώτη ανάσταση μοναχά δώδεκα χιλιάδες σωσμένους (Αποκάλυψις Ιωάννου ζ’, 5. Λέγει όμως για δώδεκα χιλιάδες από κάθε φυλή του Ισραήλ, Φ.Κ.). Λοιπόν, μοναχά αυτοί οι λίγοι ήτανε εκείνοι που βαστάξανε τον σταυρό Σου και γινήκανε παιδιά της ελευθερίας Σου, δηλαδή οι δυνατοί; Κι’ οι άλλοι; Τι θα γίνουν οι άλλοι; Ήρθες λοιπόν στον κόσμο μοναχά για τους λίγους εκλεκτούς; Μα αυτό είναι ένα μυστήριο που δεν το καταλαβαίνουμε. Λοιπόν, εμείς τελειοποιήσαμε το έργο Σου, και κάναμε ένα σύστημα που να μην χάνονται κι’ οι αδύνατοι. Ώστε δεν είχαμε δίκιο να κάνουμε όπως κάναμε;1. Δεν αγαπήσαμε εμείς την ανθρωπότητα όπως φερθήκαμε; Γιατί λοιπόν ήρθες να μας το χαλάσης; Όλα όσα Σου λέγω γνωρίζω πως τα ξέρεις. Λοιπόν, γιατί να Σου κρύψω το μυστικό μας; Αλλά ας Σου το πω, να τ’ ακούσης από το στόμα μου: “Λοιπόν, δεν ήμαστε με Σένα, αλλά μ’ Αυτόν (τον διάβολο). Από οχτακόσια χρόνια πήγαμε μ’ Αυτόν”2. Από οχτώ αιώνες δεχθήκαμε απ’ Αυτόν το τρίτο δώρο που Σου πρόσφερε, δείχνοντάς Σου τα βασίλεια της γης, κι’ Εσύ δεν τα δέχτηκες, τα πέταξες. Η εξουσία είναι τρομερή δύναμη, και Σου την πρόσφερε το σοφό Πνεύμα, κι’ Εσύ δεν την πήρες. Εμείς όμως την πήραμε. Ναι. Πήραμε απ’ Αυτόν τη Ρώμη και το σπαθί του Καίσαρα, κι’ ανακηρύξαμε τους εαυτούς μας επίγειους αυτοκράτορες, μάλιστα κοσμοκράτορες, αν και το έργο αυτό δεν τελείωσε ακόμα. Και ποιος φταίει γι’ αυτό; Το έργο μας βρίσκεται ακόμα στην αρχή, αλλά θα βαστάξη στον αιώνα, ως να πεθάνη η γη. Όπως και να είναι, εμείς θα το τελειώσουμε, θα ήμαστε Καίσαρες. Εσύ όμως θα μπορούσες να αδράξης το σπαθί του Καίσαρα από τότε που Σου το πρόσφερε το τρομερό και σοφό Πνεύμα, πριν από χίλια πεντακόσια χρόνια. Αν είχες ακούσει τη συμβουλή του, θα είχες πραγματοποιήσει όσα ποθούν οι άνθρωποι. Θα είχανε γίνει ένα κοπάδι που θα σκέπαζε τη γη, που θα Σε προσκυνούσε. Γιατί η ανθρωπότητα έχει μέσα της την επιθυμία να γίνη μια παγκόσμια οργάνωση. Οι μεγάλοι κατακτητές, όπως ο Ταμερλάνος κι’ ο Τζέκις-Χαν, θελήσανε να υποτάξουνε όλον τον κόσμο, φανερώνοντας έτσι κι’ αυτοί, χωρίς να το γνωρίζουνε, πως ο πόθος της ανθρωπότητας είναι να κάνη μια παγκόσμια ένωση. Αν είχες δεχθή τότε την εξουσία τούτου του κόσμου και τη χλαμύδα του Καίσαρα, θα είχες τώρα ιδρύσει ένα παγκόσμιο κράτος και θα είχες χαρίσει την ειρήνη σ’ όλον τον κόσμο. Γιατί, ποιος άλλος μπορεί να κυριαρχήση απάνω στους ανθρώπους, παρά εκείνος που εξουσιάζει τα ψωμιά τους, “τους άρτους” τους; Εσύ όμως έλεγες: “Η βασιλεία η εμή ουκ έστιν εκ του κόσμου τούτου”. Αλλά εμείς δεχθήκαμε το σπαθί του Καίσαρα, κι’ έτσι Σε πετάξαμε Εσένα, κι’ ακολουθήσαμε Αυτόν, το μέγα και κραταιό Πνεύμα. Οι άνθρωποι δεν θα μπορέσουνε να τελειώσουνε τον πύργο του Βαβέλ που αρχίσανε να χτίζουνε, αν δεν αναλάβουμε εμείς, αλλοιώς θα φαγώνουνται μεταξύ τους. Και σαν αναλάβουμε εμείς, τότε θα ανατείλει για τους ανθρώπους το κράτος της ειρήνης και της ευδαιμονίας. Εσύ είσαι περήφανος για τους λίγους που θα έχης (“το μικρόν ποίμνιον”, που είπε ο Χριστός, Φ.Κ.), ενώ εμείς θα χαρίσουμε την ειρήνη και την ευτυχία σε όλη την ανθρωπότητα. Ποιος ξέρει αν κι’ αυτοί οι διαλεχτοί Σου δεν θα βαρεθούν να Σε περιμένουνε, κι’ αν στο τέλος δεν σηκωθούνε κι’ αυτοί καταπάνω Σου! Έννοια Σου. Θα τους πείσουμε πως θα είναι ελεύθεροι και ευτυχισμένοι, αν αφοσιωθούν σε μας. Θα συρθούνε μπροστά μας και θα κράζουνε: “Είχατε δίκιο. μοναχά εσείς γνωρίζετε το μυστικό του Μεγάλου Πνεύματος!”. Θα δούνε πως εμείς μπορεί να μην κάνουμε ψωμί τις πέτρες, αλλά θα το παίρνουνε από τα χέρια μας, και θα θυμούνται πως πριν και το ψωμί στα χέρια τους γινότανε πέτρες. Εσύ μπόδισες τους ανθρώπους νάρθουνε σε μας. Εσύ κομμάτιασες το κοπάδι και το έκανες να σκορπίση σε άγνωστους δρόμους. Αλλά θα μαζευτή πάλι, και θα γίνη υπάκουο σε μας. Κι’ αυτή τη φορά στους αιώνες των αιώνων. Θα τους χαρίσουμε εμείς μια ευτυχία ταπεινή και ήσυχη, που είναι για αδύναμα πλάσματα, όπως είναι αυτοί οι άνθρωποι. Θα τους διδάξουμε την ταπείνωση, επειδή Εσύ τους σήκωσες πολύ ψηλά3, και περηφανευθήκανε. Εμείς θα τους δώσουμε να καταλάβουνε πως είναι αδύνατα και φοβιτσάρικα ανθρωπάρια. Θα μας θαυμάζουνε και θα είναι περήφανοι για μας, που ήμαστε τόσο δυνατοί και τετραπέρατοι, και γιατί μπορέσαμε και δαμάσαμε ένα κοπάδι τόσο μεγάλο με εκατομμύρια κεφάλια που θα σκύβουν μπροστά μας4. Θα τρέμουνε τον θυμό μας. Μα θα μας αγαπούνε κιόλας, γιατί θα τους δίνουμε συγχώρεση των αμαρτιών, επειδή θα τους πούμε πως εμείς έχουμε τη δύναμη να σβήσουμε τις αμαρτίες τους, και πως μπορούνε να κάνουνε αμαρτίες, και πως τις συγχωρούμε από αγάπη. Όλα όσα λέγω θα γίνουνε, και το βασίλειό μας θα στεριωθή απάνω σε γερά θεμέλια. Αύριο θα δης αυτό το κοπάδι, που είναι υπάκουο σε κάθε χειρονομία μου, να πλημμυρίση το μέρος που θα προστάξω να Σε κάψουνε, και να συνδαυλίζη τη φωτιά. Γιατί, αν υπάρχη ένας που είναι άξιος να καή, αυτός είσαι Εσύ! Αύριο θα Σε κάψω». Εδώ τελειώνει αυτός ο βασανιστικός μονόλογος κι’ η καταχθόνια αυτή ιστορία. Μια ιστορία συμβολική, που, όπως είπαμε, την είχε γράψει ο Ιβάν Καραμάζωφ και τη διάβαζε στον αδελφό του Αλιόσα, τον καλόγερο, τον φανατισμένο Ορθόδοξο. Ο Αλιόσας κάθε τόσο έκοβε στη μέση τον Ιβάν, για να του κάνη κάποια παρατήρηση. Ανάμεσα σε άλλα, είπε και τα παρακάτω: «Οι Ιησουίτες είναι ο ρωμαϊκός στρατός για το μελλοντικό επίγειο κράτος, μ’ έναν Καίσαρα επί κεφαλής, τον Πάπα, τον αυτοκράτορα. Σκοπός τους είναι το ν’ αποχτήσουνε δύναμη και πρόστυχα επίγεια πλούτη. Αυτός είναι όλος-όλος ο σκοπός τους. Σε Θεό φαίνεται πως δεν πιστεύουν. Το μεγαλύτερο μυστικό τους, που θα το κρύβουνε καλά, είναι η αθεΐα τους. Ο Ιεροεξεταστής σου, Ιβάν, δεν πιστεύει σε Θεό. Αυτό είναι όλο το μυστήριό του». Το άρθρον τούτο εδημοσιεύθη αρχικώς εις την «Ελευθερίαν» τω 1965, ολίγον προ του θανάτου του Φωτίου. .
Παρασκευή 21 Αυγούστου 2020
ΕΓΚΛΗΜΑ ΧΩΡΙΣ ΤΙΜΩΡΙΑ.................ΟΙ ΑΝΑΡΧΟΚΑΠΙΤΑΛΙΣΤΕΣ ΕΧΟΥΝ ΔΗΜΙΟΥΡΓΗΣΕΙ ΕΝΑ ΔΙΚΟ ΤΟΥΣ ΣΥΣΤΗΜΑ ΓΕΜΙΖΟΝΤΑΣ ΤΟΝ ΚΟΣΜΟ ΜΕ ΑΧΡΗΣΤΑ ΕΠΑΓΓΕΛΜΑΤΑ ΚΑΙ ΜΕΙΟΝΩΝΤΑΣ ΤΑΥΤΟΧΡΟΝΑ ΤΑ ΧΡΗΣΗΜΑ .ΟΙ ΜΑΡΞΙΣΤΕΣ ΘΕΛΟΥΝ ΝΑ ΦΤΙΑΞΟΥΝ ΝΕΑ-ΚΟΙΝΩΝΙΑ.ΕΜΕΙΣ ΟΙ ΑΝΑΡΧΙΚΟΙ ΘΕΛΟΥΜΕ ΝΑ ΦΤΙΑΞΟΥΜΕ ΤΗΝ ΔΙΚΗ ΜΑΣ- --ΠΑΡΟΛΑ ΟΜΩΣ ΑΥΤΑ ΕΙΔΑ ΚΑΠΟΤΕ ΕΝΑΝ ΓΝΩΣΤΟ ΑΝΑΡΧΙΚΟ ΝΑ ΠΗΓΑΙΝΕΙ ΠΡΟΣ ΛΗΨΗΝ ΤΟΥ [[ΕΛΑΧΙΣΤΟΥ ΕΓΓΥΗΜΕΝΟΥ ΕΙΣΟΔΗΜΑΤΟΣ]]---O ΚΑΠΙΤΑΛΙΣΜΟΣ ΤΟ ΜΟΝΟ ΠΟΥ ΚΑΝΕΙ ΕΙΝΑΙ ΝΑ ΕΠΙΝΟΕΙ ΑΧΡΗΣΤΑ ΕΠΑΓΕΛΛΜΑΤΑ ΠΟΥ ΧΡΗΣΙΜΕΥΟΥΝ ΜΟΝΟ ΣΤΟ ΠΛΑΣΑΡΙΣΜΑ ΕΠΙΣΗΣ ΑΧΡΗΣΤΩΝ ΠΡΟϊόΝΤΩΝ.Η ΕΞΟΥΣΙΑ ΣΗΜΕΡΑ ΕΙΝΑ ΚΑΤΙ ΤΟ ΑΣΑΦΕΣ ΚΑΙ ΤΟ ΑΚΑΘΟΡΙΣΤΟ. Όλα ξεκίνησαν όταν μου ζητήθηκε να γράψω ένα κείμενο για ένα νέο ριζοσπαστικό περιοδικό ονόματι “Strike!”. Ο εκδότης του με ρώτησε αν είχα κάτι προκλητικό, το οποίο κανείς άλλος δεν προσφέρεται να δημοσιεύσει. Συνήθως, έχω μία ή δύο τέτοιες ιδέες πρόχειρες οπότε έφτιαξα ένα προσχέδιο και του το παρουσίασα με τον τίτλο «Γιατί ο καπιταλισμός παράγει άχρηστες δουλειές». Το κείμενο βασιζόταν σε ένα προαίσθημα. Όλοι μας γνωρίζουμε το είδος εκείνο των εργασιών οι οποίες δεν μοιάζουν, στους τρίτους, να προσφέρουν επί της ουσίας το παραμικρό: σύμβουλοι ανθρώπινου δυναμικού, υπεύθυνοι επικοινωνίας, υπεύθυνοι δημοσίων σχέσεων, οικονομικοί σύμβουλοι, εταιρικοί δικηγόροι ή το είδος εκείνο των (εξαιρετικά γνώριμων στο ακαδημαϊκό περιβάλλον) ανθρώπων που περνούν τον χρόνο τους στελεχώνοντας επιτροπές που διαβουλεύονται πάνω στο πρόβλημα της ύπαρξης περιττών επιτροπών. Η λίστα φαινόταν ατελείωτη. Κι αν -αναρωτήθηκα- αυτές οι δουλειές είναι πράγματι άχρηστες, και εκείνοι που τις ασκούν έχουν επίγνωση αυτού του πράγματος; Όλοι μας, που και που, συναντούμε ανθρώπους οι οποίοι φαίνεται να αισθάνονται πως η δουλειά τους είναι άχρηστη και περιττή. Θα μπορούσε να υπάρξει τίποτα πιο αποθαρρυντικό από το να έχεις να ξυπνήσεις τις πέντε από τις επτά ημέρες κάθε βδομάδας της ενήλικης ζωής σου προκειμένου να εκτελέσεις ένα καθήκον που σιωπηρά κάποιος θα πίστευε ότι είναι περιττό – ότι απλούστατα είναι χάσιμο χρόνου ή πόρων, ή ακόμη και ότι κάνει τον κόσμο μας χειρότερο; Δεν θα ήταν ένα φρικτό ψυχικό τραύμα που θα διαπερνούσε την κοινωνία μας; Ακόμη κι έτσι, ωστόσο, ήταν κάτι για το οποίο κανένας δεν φαινόταν να μιλάει. Υπήρχαν δεκάδες έρευνες γύρω από το αν οι άνθρωποι ήταν χαρούμενοι στη δουλειά τους. Δεν υπήρχε καμία, απ’ όσο ήμουν σε θέση να γνωρίζω, έρευνα σχετικά με το αν ένιωθαν ότι η δουλειά τους είχε οποιονδήποτε πραγματικό λόγο να υπάρχει. Το ενδεχόμενο η κοινωνία μας να περιλαμβάνει πλήθος από άχρηστες δουλειές για τις οποίες κανένας δεν θέλει να μιλήσει φαινόταν αρκετά πιθανό. Το ζήτημα της εργασίας βρίθει από ταμπού. Ακόμη και το γεγονός ότι η πλειοψηφία των ανθρώπων δεν απολαμβάνει τη δουλειά της και θα απολάμβανε μια δικαιολογία προκειμένου να μην πάει στη δουλειά, θεωρείται ως κάτι που δεν μπορεί, στην πραγματικότητα, να ομολογήσει κανείς στην τηλεόραση – σίγουρα, πάντως, όχι στις ειδήσεις, ακόμη κι αν γίνεται κάποια περιστασιακή μνεία σε ντοκιμαντέρ και σε αστεία stand-up κωμικών. Είχα προσωπική εμπειρία από τα εν λόγω ταμπού: κάποια στιγμή είχα υπάρξει εκπρόσωπος τύπου για μια ομάδα ακτιβιστών που φημολογείτο ότι σχεδίαζε μια καμπάνια πολιτικής ανυπακοής προκειμένου να διακοπεί η λειτουργία του συστήματος μεταφορών της Ουάσιγκτον, ως μέρος των γενικότερων κινητοποιήσεων ενάντια σε μια παγκόσμια οικονομική διάσκεψη που θα λάμβανε χώρα στην πόλη. Αν έμοιαζες με αναρχικό, τις ημέρες που προηγήθηκαν, μετά βίας μπορούσες να πας οπουδήποτε χωρίς κάποιος ευδιάθετος δημόσιος υπάλληλος να σε πλησιάσει και να σε ρωτήσει αν ήταν πράγματι αλήθεια ότι δεν θα μπορούσε να πάει στη δουλειά του τη Δευτέρα. Παρόλα αυτά, την ίδια στιγμή τα τηλεοπτικά επιτελεία κατάφεραν με υπευθυνότητα να πάρουν συνεντεύξεις από δημοτικούς υπαλλήλους της πόλης -και δεν θα με εξέπληττε αν κάποιοι από αυτούς ήταν οι ίδιοι υπάλληλοι που με σταμάταγαν στον δρόμο- οι οποίοι σχολίαζαν πόσο απαράδεκτο θα ήταν να μην μπορούν να πάνε στη δουλειά τους, αφού γνώριζαν τι θα σήμαινε το να βγουν στην τηλεόραση. Κανένας δεν φαίνεται να νιώθει ελεύθερος να πει τι πραγματικά νιώθει για τέτοιου είδους ζητήματα – τουλάχιστον δημόσια. Φάνταζε πιθανό, αλλά δεν ήμουν κι απολύτως σίγουρος. Κατά κάποιον τρόπο, έγραψα το κείμενο σαν ένα είδος πειραματισμού. Με ενδιέφερε να δω τι είδους αντιδράσεις θα προκαλούσε. Ιδού τι έγραψα για το ζήτημα τον Αύγουστο του 2013: Γιατί ο καπιταλισμός παράγει άχρηστες δουλειές Το 1930 ο Τζων Μέυναρντ Κέυνς προέβλεψε ότι, έως το τέλος του αιώνα, η τεχνολογία θα είχε προχωρήσει τόσο πολύ ώστε χώρες όπως η Μεγάλη Βρετανία ή οι ΗΠΑ θα πετύχαιναν την καθιέρωση της 15ωρης εργασίας. Έχουμε κάθε λόγο να πιστεύουμε ότι είχε δίκιο. Με τεχνολογικούς όρους, είμαστε πράγματι ικανοί για κάτι τέτοιο. Και, παρόλα αυτά, κάτι τέτοιο δεν συνέβη ποτέ. Αντ’ αυτού, η τεχνολογία χρησιμοποιείται προκειμένου να βρίσκει τρόπους για να μας κάνει να δουλεύουμε περισσότερο. Προκειμένου να το πετύχει, έπρεπε να δημιουργηθούν δουλειές που, στην ουσία, είναι άχρηστες. Ολόκληρες στρατιές ανθρώπων, πρωτίστως στην Ευρώπη και στη Βόρεια Αμερική, αναλώνουν το σύνολο του εργασιακού τους βίου εκτελώντας καθήκοντα που μέσα τους πιστεύουν ότι στην πραγματικότητα δεν χρειάζεται να εκτελούν. Η ηθική και πνευματική ζημία που απορρέει από αυτή την κατάσταση είναι βαθύτατη. Είναι μια πληγή στον συλλογικό μας ψυχισμό. Και, παρόλα αυτά, κανένας δεν μιλάει γι’ αυτό. Γιατί η υποσχόμενη ουτοπία του Κέυνς -ήδη πολυαναμενόμενη από τη δεκαετία του ‘60- δεν πραγματώθηκε ποτέ; Η συνήθης σημερινή απάντηση είναι ότι ο Κέυνς δεν υπολόγισε την τεράστια αύξηση του καταναλωτισμού. Ανάμεσα στο δίλημμα λιγότερων ωρών εργασίας ή περισσότερων παιχνιδιών και απολαύσεων, διαλέξαμε συλλογικά το δεύτερο. Πρόκειται για ένα όμορφο ηθικοπλαστικό παραμύθι· αρκεί, ωστόσο, μια στιγμή σκέψης προκειμένου να αποδειχθεί ότι δεν στέκει κάτι τέτοιο. Πράγματι, από τη δεκαετία του ‘20, έχουμε γίνει μάρτυρες της δημιουργίας ενός πελώριου αριθμού νέων θέσεων και κλάδων εργασίας· εντούτοις, η παραγωγή και η διανομή σούσι, iPhones ή φανταχτερών αθλητικών παπουτσιών αφορά ελάχιστους. Οπότε σε τι ακριβώς συνίστανται αυτές οι νέες δουλειές; Ένα πρόσφατο ρεπορτάζ που συνέκρινε την εργασία στις ΗΠΑ μεταξύ 1910 και 2000 μάς δίνει μια ξεκάθαρη εικόνα (εικόνα που -υπογραμμίζω- αντανακλάται και στο Ηνωμένο Βασίλειο). Κατά τη διάρκεια του περασμένου αιώνα, ο αριθμός των εργατών που ασχολούνται με τα οικιακά, τη βιομηχανία και τον αγροτικό τομέα έχει υποστεί δραματική ύφεση. Την ίδια στιγμή, νέου τύπου «επαγγελματίες» όπως managers, υπάλληλοι, πωλητές και «εργαζόμενοι παροχής υπηρεσιών» έχουν τριπλασιαστεί, αυξανόμενοι, πλέον, «από το ένα στα τρία τέταρτα του συνολικού αριθμού απασχολουμένων». Με άλλα λόγια, όπως ακριβώς είχε προβλεφθεί, οι παραγωγικές δουλειές έχουν αυτοματοποιηθεί σε τρομακτικά μεγάλο βαθμό (ακόμη κι αν συνυπολογίσει κανείς τους βιομηχανικούς εργάτες που υπάρχουν παγκοσμίως, συμπεριλαμβανομένης της στρατιάς ανθρώπων που μοχθούν στην Ινδία και στην Κίνα, τέτοιου τύπου εργάτες δεν αγγίζουν ούτε μετά βίας ένα υπολογίσιμο ποσοστό του συνολικού παγκόσμιου πληθυσμού, όπως συνέβαινε παλαιότερα). Αλλά αντί η συγκεκριμένη εξέλιξη να οδηγήσει σε μια δραστική μείωση των ωρών εργασίας, απελευθερώνοντας τον πληθυσμό του πλανήτη προκειμένου να ασχοληθεί με τις προσωπικές του ασχολίες, τις απολαύσεις, τα οράματα και τις ιδέες του, αυτό που συναντούμε είναι η υπερδιόγκωση, όχι τόσο του τομέα των «υπηρεσιών», όσο του διοικητικού τομέα, έως το σημείο που δημιουργεί ολόκληρες νέες βιομηχανίες όπως αυτή των οικονομικών υπηρεσιών ή του telemarketing, ή την άνευ προηγουμένου επέκταση τομέων όπως το εταιρικό δίκαιο, η διοίκηση των ακαδημαϊκών ιδρυμάτων και της υγείας, του ανθρωπίνου δυναμικού και των δημοσίων σχέσεων. Και αυτοί οι αριθμοί δεν αντανακλούν καν όλους εκείνους τους ανθρώπους των οποίων η δουλειά είναι να παρέχουν διοικητική και τεχνική υποστήριξη ή ασφάλεια σε αυτές τις βιομηχανίες, ή, πολύ πιο πέρα από αυτά, μια πλειάδα υποστηρικτικών υπηρεσιών (κομμωτήρια σκύλων, ολονύκτιες διανομές πίτσας) που υπάρχουν μόνο και μόνο επειδή όλοι οι υπόλοιποι ξοδεύουν τόσο πολύ χρόνο στη δουλειά τους. Είναι αυτές που αποκαλώ «δουλειές του κώλου». Είναι σαν κάποιος εκεί έξω να επινοεί άσκοπες δουλειές μόνο και μόνο για να μας κρατάει όλους απασχολημένους. Κι εδώ ακριβώς βρίσκεται το μυστήριο. Στον καπιταλισμό, αυτό ακριβώς είναι που δεν θα έπρεπε να συμβαίνει. Ασφαλώς, στα παλιά και αναποτελεσματικά σοσιαλιστικά κράτη όπως η Σοβιετική Ένωση, όπου η εργασία αποτελούσε όχι μόνο δικαίωμα, αλλά και ιερό καθήκον, το σύστημα δημιουργούσε όσες θέσεις εργασίας χρειαζόταν (γι’ αυτό και στα σοβιετικά πολυκαταστήματα χρειάζονταν τρεις υπάλληλοι για να πουλήσουν ένα κομμάτι κρέας). Προφανώς, όμως, αυτό ακριβώς είναι το είδος του προβλήματος που ο ανταγωνισμός της αγοράς υποτίθεται ότι πρέπει να επιλύσει. Σύμφωνα με την οικονομική θεωρία, το τελευταίο πράγμα που θα έκανε μια εταιρεία που στοχεύει στο κέρδος, θα ήταν να ξοδέψει χρήματα σε εργαζόμενους που δεν της χρειάζονται. Ωστόσο, κατά κάποιον περίεργο τρόπο, αυτό ακριβώς είναι που συμβαίνει. Παρόλο που οι εταιρείες μπορεί να επιδίδονται σε αδίστακτες μειώσεις προσωπικού, οι απολύσεις και η εντατικοποίηση των ωραρίων επιβαρύνουν, χωρίς εξαίρεση, την τάξη των ανθρώπων που επί της ουσίας φτιάχνουν, κινούν, επιδιορθώνουν και διατηρούν τα πράγματα σε τάξη. Με κάποια παράξενη αλχημεία την οποία κανείς δεν μπορεί ακριβώς να εξηγήσει, ο αριθμός των έμμισθων χαρτογιακάδων δείχνει τελικά να διογκώνεται, ενώ ολοένα και περισσότεροι εργαζόμενοι βρίσκονται -σχεδόν όπως και στη Σοβιετική Ένωση, στην πραγματικότητα- να δουλεύουν 40 ή ακόμα και 50 ώρες την εβδομάδα – τουλάχιστον στα χαρτιά, καθώς στην πραγματικότητα δουλεύουν μόλις 15 ώρες, όπως ακριβώς ο Κέυνς προέβλεψε, ενώ ο υπόλοιπος χρόνος τους αναλώνεται στην οργάνωση ή παρακολούθηση σεμιναρίων ψυχικής ενδυνάμωσης, στην ενημέρωση του προφίλ τους στο Facebook ή στο κατέβασμα τηλεοπτικών σειρών. Η απάντηση δεν είναι οικονομικής φύσεως: είναι ξεκάθαρα ηθική και πολιτική. Η άρχουσα τάξη έχει καταλάβει ότι ένας ευτυχισμένος και παραγωγικός πληθυσμός με ελεύθερο χρόνο αποτελεί θανάσιμο κίνδυνο (σκεφτείτε μόνο την κατάσταση που προέκυψε όταν κάτι αντίστοιχο άρχισε απλώς να συμβαίνει, κατά τη δεκαετία του ‘60). Και, από την άλλη πλευρά, αποτελεί μια εξαιρετικά βολική ιδέα γι’ αυτούς η αίσθηση ότι η εργασία αποτελεί μια ηθική αξία καθαυτή, και ότι οποιοσδήποτε δεν προτίθεται να υποβάλλει τον εαυτό του σε κάποιο είδος εντατικής εργασιακής πειθαρχίας για το μεγαλύτερο μέρος της ημέρας του, δεν δικαιούται απολύτως τίποτα. Κάποια στιγμή, καθώς μελετούσα την ατελείωτη, προφανώς, ραγδαία αύξηση των διοικητικών καθηκόντων στα βρετανικά ακαδημαϊκά τμήματα, βρέθηκα μπροστά σε μια πιθανή εκδοχή της κόλασης. Η κόλαση είναι μια συγκέντρωση ατόμων που περνούν το μεγαλύτερο μέρος του χρόνου τους δουλεύοντας σε ένα αντικείμενο που δεν τους αρέσει και στο οποίο δεν είναι και ιδιαίτερα καλοί. Ας πούμε, για παράδειγμα, ότι κάποιοι προσελήφθησαν επειδή ήταν εξαιρετικοί επιπλοποιοί, και στη συνέχεια ανακαλύπτουν ότι θα πρέπει να ξοδεύουν ένα μεγάλο μέρος του χρόνου τους τηγανίζοντας ψάρια. Ούτε καν η ίδια η διαδικασία δεν χρειάζεται να πραγματοποιηθεί – αν μη τι άλλο, υπάρχει ένας πολύ περιορισμένος αριθμός ψαριών που πρέπει να τηγανιστούν. Ωστόσο, με κάποιο τρόπο, όλοι αποκτούν μια μνησίκακη εμμονή στη σκέψη ότι κάποιοι από τους συναδέλφους τους θα μπορούσαν να ξοδεύουν περισσότερο χρόνο φτιάχνοντας έπιπλα, αντί να επωμίζονται το μερίδιό τους στο τηγάνισμα ψαριών, έτσι ώστε, σχετικά σύντομα, ατελείωτες στοίβες από άχρηστα κακοτηγανισμένα ψάρια να συσσωρεύονται στο εργαστήριό τους, αποτελώντας το μόνο τους πραγματικό επίτευγμα. Πιστεύω ότι αυτή είναι μια αρκετά ακριβής περιγραφή της ηθικής δυναμικής της σύγχρονης οικονομίας. Ξέρω ότι οποιοδήποτε τέτοιο επιχείρημα αίρει άμεσες αντιρρήσεις: «Ποιος είσαι εσύ που θα μάς πεις ποιες δουλειές είναι πραγματικά “απαραίτητες”; Και τι σημαίνει τελικά πως κάτι είναι ή δεν είναι απαραίτητο; Είσαι ένας καθηγητής ανθρωπολογίας, ποια η “χρησιμότητα” σ’ αυτό;» (και, πράγματι, πολλοί αναγνώστες κουτσομπολίστικων εφημερίδων θα έπαιρναν την ύπαρξη του επαγγέλματός μου ως τον ορισμό της κατασπατάλησης δημοσίου χρήματος). Και, σ’ ένα βαθμό, αυτά τα επιχειρήματα είναι καταφανώς αληθή. Δεν μπορεί να υπάρξει αντικειμενικό μέτρο της κοινωνικής αξίας. Δεν θα τολμούσα να πω σε κάποιον που είναι πεπεισμένος πως έχει μια ουσιώδη συνεισφορά στο κοινωνικό σύνολο ότι τα πράγματα δεν είναι έτσι. Αλλά τι γίνεται με αυτούς που είναι πεπεισμένοι ότι τα επαγγέλματά τους είναι άσκοπα; Πρόσφατα ξαναβρέθηκα με έναν φίλο από το σχολείο τον οποίο είχα να δω από 15 χρονών. Έμεινα έκπληκτος όταν ανακάλυψα ότι στο μεσοδιάστημα είχε γίνει πρώτα ποιητής και κατόπιν τραγουδιστής μιας indie ροκ μπάντας. Είχα ακούσει κάποια από τα τραγούδια του στο ραδιόφωνο, χωρίς να έχω την παραμικρή ιδέα ότι ο τραγουδιστής ήταν κάποιος που τελικά γνώριζα. Ήταν καταφανώς έξυπνος, ευρηματικός, και η δουλειά του είχε χωρίς αμφιβολία κάνει τις ζωές ανθρώπων σε ολόκληρο τον πλανήτη πιο φωτεινές και πιο όμορφες. Κι όμως, μετά από μερικά ανεπιτυχή άλμπουμς, έχασε το συμβόλαιό του, και, βυθισμένος στα χρέη και με μια νεογέννητη κόρη, κατέληξε, όπως το έθεσε, «να ακολουθήσει την πεπατημένη επιλογή τόσων άλλων ματαιόδοξων τύπων: τη Νομική». Πλέον είναι δικηγόρος σ’ ένα διακεκριμένο δικηγορικό γραφείο της Νέας Υόρκης. Ήταν ο πρώτος που παραδέχτηκε ότι η δουλειά του ήταν εντελώς ανούσια· ότι δεν προσέφερε το παραμικρό στον κόσμο και ότι, κατά τη δική του άποψη, στην πραγματικότητα το επάγγελμά του δεν θα έπρεπε να υπάρχει. Πολλά ερωτηματικά ανακύπτουν, με πρώτο και κύριο τι σημαίνει για την κοινωνία μας το γεγονός ότι δείχνει να παράγει μια εξαιρετικά περιορισμένη ζήτηση για ταλαντούχους νέους ποιητές – μουσικούς, αλλά αντίθετα παράγει μια εμφανώς απεριόριστη ζήτηση για ειδικούς στο εταιρικό δίκαιο; (Απάντηση: αν το 1% του πληθυσμού ελέγχει το μεγαλύτερο μέρος του διαθέσιμου πλούτου, αυτό που αποκαλούμε «η αγορά», αντανακλά αυτό που εκείνοι πιστεύουν ότι είναι χρήσιμο ή σημαντικό – κανείς άλλος). Πέραν αυτού, δείχνει ότι οι περισσότεροι άνθρωποι με άχρηστες δουλειές έχουν τελικώς επίγνωση της κατάστασής τους. Για την ακρίβεια, δεν είμαι καθόλου σίγουρος ότι έχω ποτέ συναντήσει κάποιον εταιρικό δικηγόρο που να μη θεωρεί ότι η δουλειά του είναι παντελώς άχρηστη. Το ίδιο ισχύει και για όλες σχεδόν τις νέες βιομηχανίες που αναφέρθηκαν παραπάνω. Υπάρχει μια ολόκληρη τάξη έμμισθων επαγγελματιών που, αν τους συναντήσει κανείς σε πάρτυ και βρουν τη δουλειά του ενδιαφέρουσα (το να είναι κανείς ανθρωπολόγος, για παράδειγμα), θα προσπαθήσουν με κάθε τρόπο να μην αναφερθούν στη δική τους δουλειά. Δώστε τους μερικά ποτά και θα ξεκινήσουν τους εξάψαλμους για το πόσο άχρηστη και βλακώδης είναι στην πραγματικότητα. Υπάρχει μια βαθιά ψυχολογική βία εδώ. Πώς μπορεί κάποιος ακόμη και να ξεκινήσει να μιλά για αξιοπρέπεια στη δουλειά, όταν ενδόμυχα πιστεύει ότι η δουλειά του δεν θα έπρεπε καν να υπάρχει; Πώς μπορεί να μην προκαλείται βαθιά οργή και μνησικακία; Κι όμως, όπως είδαμε στο παράδειγμα με τα τηγανητά ψάρια, η σύγχρονη κοινωνία έχει μια ιδιάζουσα ικανότητα να στρέφει την οργή των ανθρώπων με άχρηστες δουλειές όχι προς την ελίτ αλλά, αντιθέτως, προς εκείνους που στην ουσία καταφέρνουν να κάνουν δουλειές με νόημα. Για παράδειγμα: στην κοινωνία μας, φαίνεται ότι υπάρχει ένας γενικός κανόνας που λέει πως όσο πιο προφανές είναι ότι η δουλειά κάποιου ανθρώπου ωφελεί το κοινωνικό σύνολο, τόσο χειρότερα αμειβόμενη είναι. Και πάλι, ένα αντικειμενικό μέτρο είναι δύσκολο να βρεθεί, αλλά ένας εύκολος τρόπος για να το καταλάβουμε είναι να αναρωτηθούμε: τί θα γινόταν αν ολόκληρη αυτή η τάξη ανθρώπων εξαφανιζόταν; Πείτε ό,τι θέλετε για τις νοσοκόμες, τους οδοκαθαριστές ή για τους τεχνίτες· είναι φανερό ότι αν γινόταν ξαφνικά καπνός, τα αποτελέσματα θα ήταν άμεσα και καταστροφικά. Ένας κόσμος χωρίς δασκάλους ή λιμενεργάτες πολύ γρήγορα θα είχε προβλήματα· ακόμη κι ένας κόσμος χωρίς συγγραφείς επιστημονικής φαντασίας ή μουσικούς σκα θα ήταν αναμφισβήτητα φτωχός. Δεν είναι καθόλου σαφές το πόσο θα υπέφερε η ανθρωπότητα αν εξαφανίζονταν διαμιάς όλοι οι CEOs, οι λομπίστες, οι δημοσιοσχεσίτες, οι λογιστές, οι τηλεπλασιέ, οι δικαστικοί επιμελητές ή οι νομικοί σύμβουλοι (πολλοί υποπτεύονται ότι θα την βελτίωνε θεαματικά)1. Πλην ορισμένων κραυγαλέων εξαιρέσεων (όπως οι γιατροί), ο κανόνας παραμένει όλως παραδόξως εν ισχύ. Ακόμη πιο διεστραμμένη είναι η ευρέως διαδεδομένη πεποίθηση ότι τα πράγματα θα έπρεπε να είναι πράγματι έτσι. Αυτή είναι μια από τις συγκεκαλυμμένες δυνάμεις του δεξιού λαϊκισμού. Μπορείτε να τη δείτε όταν οι εφημερίδες εξαπολύουν επιθέσεις ενάντια στους εργαζομένους του μετρό για το ότι παραλύουν το Λονδίνο όταν απεργούν: το ίδιο το γεγονός ότι οι εργάτες του μετρό μπορούν να παραλύσουν το Λονδίνο αποδεικνύει ότι η δουλειά τους είναι στην πραγματικότητα απαραίτητη, αλλά αυτό είναι ακριβώς που φαίνεται να ενοχλεί τον κόσμο. Στην περίπτωση των ΗΠΑ έγινε ακόμα σαφέστερο, με την αξιοσημείωτη επιτυχία των Ρεπουμπλικάνων να κινητοποιήσουν τη μνησικακία εναντίον των δασκάλων και των εργατών στις αυτοκινητοβιομηχανίες (και όχι, κατά κύριο λόγο, εναντίον των διευθυντών των σχολείων ή των διοικητικών στελεχών της βιομηχανίας αυτοκινήτων οι οποίοι, στην πραγματικότητα, προκάλεσαν το πρόβλημα) για τους υποτιθέμενα παχυλούς μισθούς και τα προνόμιά τους. Είναι σαν να τους λένε «Μα διδάσκετε παιδιά! Ή φτιάχνετε αμάξια! Έχετε αληθινές δουλειές! Και έχετε από πάνω το θράσος να ζητάτε παχυλές συντάξεις και υγειονομική περίθαλψη;». Αν κάποιος σχεδίαζε ένα εργασιακό καθεστώς πλήρως προσαρμοσμένο στο να διατηρεί τη δύναμη του χρηματοπιστωτικού κεφαλαίου, είναι δύσκολο να σκεφτούμε πώς θα μπορούσε να είχε κάνει καλύτερη δουλειά. Οι πραγματικά παραγωγικοί εργάτες υφίστανται πραγματική πίεση και εκμετάλλευση. Όσοι απομένουν, χωρίζονται σε ένα τρομοκρατημένο (και διεθνώς επικρινόμενο) στρώμα ανεργίας και ενός μεγαλύτερου στρώματος ανθρώπων που βασικά πληρώνονται για να μην κάνουν τίποτα, σε θέσεις που είναι σχεδιασμένες ώστε να τους κάνουν να ταυτίζονται με τις προοπτικές και τις ευαισθησίες της άρχουσας τάξης (managers, διευθυντές κ.λπ.) -και κυρίως με τα οικονομικά της avatars- ενώ, την ίδια στιγμή, υιοθετούν μια αναβράζουσα μνησικακία εναντίον οποιουδήποτε έχει μια δουλειά της οποίας η αξία είναι κοινωνικά καθαρή και αναντίρρητη. Είναι προφανές, το σύστημα αυτό δε συνιστά προϊόν συνειδητού σχεδιασμού, αλλά αναδύθηκε σταδιακά, μέσα από έναν αιώνα λαθών και πειραματισμών. Αυτή είναι η μόνη εξήγηση στο γιατί, παρά τις τεχνολογικές μας δυνατότητες, δεν δουλεύουμε όλοι μας 3 με 4 ώρες την ημέρα. Αν ποτέ η επιβεβαίωση κάποιας υπόθεσης καθορίστηκε από την υποδοχή που επιφύλαξε το αναγνωστικό κοινό, δεν θα μπορούσε παρά να είναι η περίπτωση αυτή. «Το φαινόμενο των δουλειών του κώλου» προκάλεσε έκρηξη. Η ειρωνεία έγκειται στο ότι οι δύο εβδομάδες που ακολούθησαν την έκδοση του κειμένου ήταν οι ίδιες δύο εβδομάδες που η σύντροφός μου κι εγώ είχαμε αποφασίσει να περάσουμε ολομόναχοι, με μόνη συντροφιά μερικά βιβλία, σε μια καλύβα στην εξοχή του Κεμπέκ. Ψάξαμε επί τούτου για ένα μέρος που θα ήταν εκτός της εμβέλειας οποιουδήποτε wi-fi δικτύου, πράγμα που με ανάγκασε να παρακολουθώ τις αντιδράσεις που προκάλεσε το κείμενό μου αποκλειστικά και μόνο από τη σύνδεση του κινητού. Το κείμενο έγινε viral σχεδόν αμέσως. Μέσα σε λίγες εβδομάδες είχε μεταφραστεί σε τουλάχιστον μια ντουζίνα ξένων γλωσσών, περιλαμβανομένων των Γερμανικών, Νορβηγικών, Σουηδικών, Γαλλικών, Τσέχικων, Ρουμάνικων, Ρωσικών, Τουρκικών, Λεττονικών, Πολωνικών, Ελληνικών, Εσθονικών, Καταλανικών και Κορεάτικων, ενώ είχε αναδημοσιευθεί σε εφημερίδες από την Ελβετία έως την Αυστραλία. Η αρχική σελίδα του Strike! ξεπέρασε το ένα εκατομμύριο επισκέψεις και κατέρρευσε επανειλημμένως λόγω της μεγάλης επισκεψιμότητας. Blogs ξεφύτρωσαν· χώροι σχολιασμού γέμισαν με εξομολογήσεις από υπαλλήλους και εξειδικευμένους επαγγελματίες· άνθρωποι μού έγραψαν ζητώντας συμβουλές ή για να μου πούνε ότι τους ενέπνευσα να παραιτηθούν από τις δουλειές τους ώστε να βρούνε κάτι ουσιαστικότερο. Ιδού μια ενθουσιώδης απάντηση (έχω κρατήσει εκατοντάδες) από τον χώρο σχολιασμού της ιστοσελίδας της αυστραλιανής εφημερίδας Canberra Times: Πέτυχες διάνα! Είμαι δικηγόρος (στον τομέα του φορολογικού δικαίου, για να είμαι ακριβής). Δεν συνεισφέρω απολύτως τίποτα σ’ αυτό τον κόσμο και είμαι σε διαρκή και απόλυτη δυστυχία. Δυσανασχετώ όταν άνθρωποι βρίσκουν το θάρρος να μου πούνε «Γιατί το κάνεις, τότε;», διότι καταφανώς δεν είναι κάτι τόσο απλό. Για την ώρα είναι ο μόνος τρόπος ώστε να παρέχω τις υπηρεσίες μου στο περίφημο 1% του κόσμου, το οποίο με τη σειρά του θα με ανταμείψει με ένα σπίτι στο Σύδνεϋ ώστε να μεγαλώσω τα παιδιά μου… Η τεχνολογία μάς επιτρέπει πλέον να κάνουμε σε δύο μέρες όσα παλαιότερα κάναμε σε πέντε. Αλλά χάρη στην απληστία και κάποιου είδους συνδρόμου της εργατικής μέλισσας, μας ζητείται να παραμείνουμε σκλάβοι χάριν του κέρδους άλλων, ενώπιον ανεκπλήρωτων φιλοδοξιών. Είτε πιστεύεις στον ευφυή σχεδιασμό2 είτε στη δαρβινική θεωρία της εξέλιξης, οι άνθρωποι δεν φτιάχτηκαν για να δουλεύουν – επομένως, για ‘μένα, όλα αυτά είναι απλώς απληστία, υποβασταζόμενη από παραφουσκωμένες τιμές αναγκαίων αγαθών3. Κάποια στιγμή, δέχτηκα ένα μήνυμα από κάποιον ανώνυμο φαν ο οποίος μου είπε πως ήταν μέρος μιας άτυπης ομάδας που κυκλοφόρησε το κείμενο μέσα στους κύκλους των χρηματοπιστωτικών υπηρεσιών· είχε δεχτεί πέντε emails με το κείμενο μόνον εκείνη τη μέρα (αδιαμφισβήτητο δείγμα ότι μεγάλο μέρος όσων δουλεύουν στον κλάδο των χρηματοπιστωτικών υπηρεσιών δεν έχει να κάνει και πολλά). Όλα αυτά βέβαια δεν απαντούν στο ερώτημα αναφορικά με το πόσοι πραγματικά ένιωθαν έτσι για τη δουλειά τους -σε αντίθεση, π.χ., με την προώθηση του άρθρου μου στους άλλους συναδέλφους ως κίνηση με σαφή υπονοούμενα- ωστόσο, πολύ σύντομα, τα στατιστικά στοιχεία έκαναν την εμφάνισή τους. Στις 5 Ιανουαρίου του 2015, έναν περίπου χρόνο μετά τη δημοσίευση του κειμένου, την πρώτη Δευτέρα του νέου έτους -τη μέρα, δηλαδή, που οι περισσότεροι Λονδρέζοι επιστρέφουν στις δουλειές τους από τις χριστουγεννιάτικες διακοπές- κάποιος αφαίρεσε αρκετές εκατοντάδες διαφημίσεων από το τα βαγόνια του μετρό στο Λονδίνο, αντικαθιστώντας τις με μια σειρά από αφίσες οι οποίες περιείχαν φράσεις του αρχικού κειμένου. Ιδού μερικές που επέλεξαν: – Ολόκληρες στρατιές ανθρώπων αναλώνουν το σύνολο του εργασιακού τους βίου εκτελώντας καθήκοντα που ενδόμυχα πιστεύουν ότι στην πραγματικότητα δεν χρειάζεται να εκτελούνται. – Είναι σαν κάποιος εκεί έξω να επινοεί άσκοπες δουλειές μόνο και μόνο για να μας κρατάει όλους απασχολημένους. – Η ηθική και πνευματική ζημία που απορρέει από αυτή την κατάσταση είναι βαθύτατη. Είναι μια πληγή στον συλλογικό μας ψυχισμό. Και, παρόλα αυτά, κανένας δεν μιλάει γι’ αυτό. – Πώς μπορεί κάποιος ακόμη και να ξεκινήσει να μιλά για αξιοπρέπεια στη δουλειά, όταν ενδόμυχα πιστεύει ότι η δουλειά του δεν θα έπρεπε να υπάρχει; Το αποτέλεσμα της εν λόγω καμπάνιας ήταν ένας καταιγισμός συζητήσεων στα μέσα (εμφανίστηκα για λίγο έως και στο Russia Today), που είχαν ως συνέπεια η δημοσκοπική εταιρεία YouGov να αναλάβει τη διερεύνηση της υπόθεσης στη Βρετανία, διεξάγοντας μια δημοσκόπηση η οποία χρησιμοποιούσε απευθείας τις φράσεις του κειμένου: για παράδειγμα, «Έχει η δουλειά σας κάποια ουσιώδη συνεισφορά στον κόσμο»; Όλως παραδόξως, πάνω από το ένα τρίτο -37%- απάντησε αρνητικά (όταν το 50% ήταν καταφατικό, και ένα 13% εμφανιζόταν αβέβαιο). Ήταν σχεδόν διπλάσιο αυτού που ανέμενα – φανταζόμουν ότι το ποσοστό των άχρηστων δουλειών κυμαινόταν πιθανώς κάπου γύρω στο 20%. Συμπληρωματικά προς αυτά, μια μεταγενέστερη δημοσκόπηση στην Ολλανδία είχε σχεδόν πανομοιότυπα ευρήματα: στην πραγματικότητα, λίγο πιο αυξημένα, καθώς το 40% των Ολλανδών εργαζομένων ανέφερε ότι οι δουλειές τους δεν είχαν κανέναν πραγματικό λόγο ύπαρξης. Επομένως, όχι απλώς η υπόθεση επιβεβαιώθηκε από τις δημόσιες αντιδράσεις, είχε (επι)πλέον επιβεβαιωθεί και από στατιστικές έρευνες. Είναι ξεκάθαρο, λοιπόν, ότι βρισκόμαστε ενώπιον ενός σημαντικότατου κοινωνικού φαινομένου, το οποίο δεν έχει λάβει παρά ελάχιστης προσοχής. Και μόνο το γεγονός πως κάποιος άρχισε να μιλά γι’ αυτό, υπήρξε για πολλούς λυτρωτικό. Ήταν σαφές ότι μια εκτενέστερη διερεύνηση εκκρεμούσε. […] Το κείμενο του 2013 ήταν για ένα περιοδικό σχετικό με την επαναστατική πολιτική, και έδινε έμφαση στις πολιτικές διαστάσεις του προβλήματος. Στην πραγματικότητα, το κείμενο ήταν μόνο το πρώτο από μια σειρά επιχειρημάτων που επεξεργαζόμουν εκείνη την περίοδο αναφορικά με τη νεοφιλελεύθερη ιδεολογία περί «ελεύθερης αγοράς» η οποία, έχοντας επικρατήσει στον κόσμο από την εποχή της Θάτσερ και του Ρήγκαν, ήταν στην πραγματικότητα το ακριβώς αντίθετο αυτού που ισχυριζόταν ότι είναι· ήταν ένα βαθύτατα πολιτικό πρόταγμα μεταμφιεσμένο σε οικονομικό. Είχα καταλήξει σ’ αυτό το συμπέρασμα καθώς φαινόταν να αποτελεί τη μόνη δυνατή ερμηνεία αναφορικά με το πως πραγματικά συμπεριφέρονται οι άνθρωποι που κατέχουν την εξουσία. Ενώ η νεοφιλελεύθερη ρητορική περιστρεφόταν πάντοτε γύρω από μια μυθική απελευθέρωση των αγορών, τοποθετώντας την οικονομική αποδοτικότητα πάνω από κάθε άλλη αξία, η συνολική επίδραση των πολιτικών της ελεύθερης αγοράς έχει να κάνει με το ότι οι δείκτες οικονομικής μεγέθυνσης έχουν επιβραδυνθεί περίπου παντού, με εξαίρεση την Ινδία και την Κίνα· η επιστημονική και τεχνολογική ανάπτυξη είχε λιμνάσει· και, στις πιο πλούσιες χώρες, η νεότερη γενιά μπορεί, για πρώτη φορά στους αιώνες, να περιμένει να ζήσει μια λιγότερο ευκατάστατη ζωή από τους γονείς της. Κι όμως, παρατηρώντας αυτές τις συνέπειες, οι υπέρμαχοι της ιδεολογίας των αγορών απαντούν πάντοτε με καλέσματα για ακόμη πιο γερές δόσεις του ίδιου φαρμάκου, και οι πολιτικοί νομοθετούν αναλόγως. Αυτό με αφήνει εμβρόντητο. Αν μια ιδιωτική εταιρεία προσλάμβανε έναν σύμβουλο προκειμένου να της παρουσιάσει ένα επιχειρηματικό πλάνο, και κατέληγε σε μια κάθετη πτώση των κερδών, ο εν λόγω σύμβουλος θα απολυόταν πάραυτα. Στην καλύτερη περίπτωση, θα του είχε ζητηθεί να παρουσιάσει ένα διαφορετικό πλάνο. Με τις μεταρρυθμίσεις της ελεύθερης αγοράς αυτό δεν φάνηκε να συμβαίνει ποτέ. Όσο περισσότερο αποτύγχαναν, τόσο περισσότερο ακολουθούνταν. Το μόνο λογικό συμπέρασμα ήταν ότι οι οικονομικές επιταγές δεν ήταν αυτές που στην πραγματικότητα καθόριζαν τις αποφάσεις. Τι συνέβαινε λοιπόν; Απ’ ό,τι φάνηκε, η απάντηση έπρεπε να αναζητηθεί στις αντιλήψεις της πολιτικής τάξης. Σχεδόν όλοι όσοι παίρνουν καθοριστικές αποφάσεις είχαν πάει σε πανεπιστήμια της δεκαετίας του 1960, όταν τα κάμπους ήταν στο επίκεντρο της πολιτικής αναταραχής, και ένιωσαν, με έντονο τρόπο, ότι τέτοια πράγματα δεν θα έπρεπε να επαναληφθούν. Ως εκ τούτου, παρόλο που μπορεί να βρέθηκαν αντιμέτωποι με αρνητικούς οικονομικούς δείκτες, διαπίστωσαν με χαρά ότι ο συνδυασμός παγκοσμιοποίησης, περιστολής της δύναμης των συνδικάτων και η δημιουργία ενός επισφαλούς και εξαντλημένου εργατικού δυναμικού -από κοινού με τα επιθετικά καλέσματα σε ηδονιστική προσωπική απελευθέρωση (ό,τι έγινε γνωστό ως «απελευθερωμένα ήθη, δημοσιονομική αυστηρότητα»)- είχε σαν αποτέλεσμα την ταυτόχρονη μετακίνηση ολοένα και περισσότερου πλούτου και δύναμης στους πλούσιους, καταστρέφοντας σχεδόν ολοκληρωτικά τα θεμέλια οργανωμένης αμφισβήτησης της εξουσίας τους. Μπορεί να μην λειτούργησε τόσο καλά σε επίπεδο οικονομικό, ωστόσο σε επίπεδο πολιτικό λειτούργησε ονειρεμένα. Αν μη τι άλλο, είχαν ελάχιστα κίνητρα να εγκαταλείψουν τέτοιου είδους πολιτικές. Το μόνο που έκανα στο εν λόγω κείμενο ήταν να αναλύσω αυτό που ήταν προφανές: όταν βρίσκεις κάποιον ο οποίος κάνει κάτι στο όνομα της οικονομικής αποδοτικότητας, το οποίο οικονομικά φαντάζει πλήρως παράλογο (όπως, ας πούμε, το να πληρώνεις με υπερβολικά πολλά λεφτά ανθρώπους οι οποίοι δεν κάνουν απολύτως τίποτα), θα πρέπει κανείς να διερωτηθεί, όπως οι αρχαίοι Ρωμαίοι το έκαναν, “Qui bono?” -Ποιος ωφελείται;- και πως. Δεν πρόκειται τόσο για μια θεωρία συνομωσίας όσο για το αντίθετό της, μια θεωρία αντισυνομωσιολογική. Αναρωτιόμουν γιατί κανείς δεν έκανε τίποτα. Οι οικονομικές τάσεις εμφανίζονται για όλους τους λόγους του κόσμου, αλλά αν προκαλούν προβλήματα στους πλούσιους και στους ισχυρούς, αυτοί οι ίδιοι είναι που θα ασκήσουν πιέσεις στους θεσμούς προκειμένου να παρέμβουν και να κάνουν κάτι σχετικά με το ζήτημα. Γι’ αυτό, άλλωστε, αμέσως μετά την οικονομική κρίση του 2008-2009, μεγάλες επενδυτικές τράπεζες διασώθηκαν αλλά καθημερινοί ομολογιούχοι όχι. Η ραγδαία εξάπλωση των δουλειών του κώλου συνέβη για μια σειρά από λόγους. Το πραγματικό ερώτημα είναι γιατί κανένας δεν παρενέβη («συνωμότησε», αν το προτιμάτε) προκειμένου να γίνει κάτι για το ζήτημα αυτό.KATΩ ΤΑ ΧΕΡΙΑ ΑΠΟ ΤΟΝ ΚΟΥΤΑΡΕΛΛΗ Ο ΚΟΥΤΑΡΕΛΛΗΣ ΠΟΛΕΜΗΣΕ ΓΙΑ ΑΥΤΟΝ ΤΟΝ ΤΟΠΟ [ΤΑ ΤΕΛΕΥΤΑΙΑ 10 ΧΡΟΝΙΑ] ΩΣ Ο ΣΤΡΑΤΙΩΤΗΣ ΜΙΑΣ ΣΤΡΑΤΙΑΣ .ΤΗΝ ΚΡΙΣΗ ΕΜΕΙΣ ΟΙ ΜΙΚΡΕΜΠΟΡΟΙ ΤΗN ΚΑΤΑΛΑΓΙΑΣΑΜΕ ΚΑΙ ΟΧΙ ΟΛΟΙ ΟΙ ΤΡΑΠΕΖΙΤΕΣ ΚΑΙ ΠΟΛΙΤΙΚΟΙ ΠΟΥ ΕΞΑΘΛΙΩΣΑΝ ΣΥΝΤΑΞΙΟΥΧΟΥΣ ΚΑΙ ΜΙΚΡΕΜΠΟΡΟΥΣ ΓΙΑΤΙ ΜΟΝΟ ΕΤΣΙ ΜΠΟΡΕΣΑΝ ΝΑ ΠΑΡΟΥΝ ΠΑΚΕΤΑ ΣΤΗΡΙΞΗΣ ΠΟΥ ΤΑ ΕΒΑΛΑΝ ΣΕ ΕΠΕΝΔΥΣΕΙΣ ΣΥΜΦΕΡΟΥΣΕΣ ΓΙΑ ΑΥΤΟΥΣ. ΤΟ ΔΑΝΕΙΟ ΜΟΥ ΘΑ ΤΟ ΠΛΗΡΩΣΩ ΤΟ ΦΘΗΝΟΠΩΡΟ ΓΙΑΤΙ ΕΠΛΗΓΗΚΑ ΕΜΕΣΑ ΚΑΙ ΟΧΙ ΑΜΕΣΑ ΟΧΙ ΑΠΟ ΤΟΝ ΚΟΒΙΝΤ ΑΛΛΑ ΑΠΟ ΤΗΝ ΚΑΡΑΝΤΙΝΑ ΠΟΥ ΕΣΕΙΣ ΔΗΜΙΟΥΡΓΗΣΑΤΕ ΚΑΙ ΠΟΥ ΔΕΝ ΔΙΚΑΙΟΥΜΑΙ ΦΡΑΓΚΟ ΑΠΟ ΤΙΣ ΑΠΟΖΗΜΙΩΣΕΙ ΣΑΣ .ΑΡΑ ΕΓΩ ΕΔΩΣΑ ΤΗΝ ΖΩΗ ΜΟΥ ΤΗΝ ΙΔΙΑ ΤΗΝ ΤΕΛΕΥΤΑΙΑ ΔΕΚΑΕΤΙΑ ΚΑΙ ΔΕΝ ΧΡΩΣΤΑΩ ΤΙΠΟΤΑ ΣΕ ΚΑΝΕΝΑΝ. ΚΑΙ ΑΥΤΑ ΤΑ ΛΙΓΑ ΠΟΥ ΣΑΣ ΔΙΝΩ ΠΟΛΑ ΣΑΣ ΠΕΦΤΟΥΝΕ. ΠΙΣΤΕΨΤΕ ΜΕ ΕΙΜΑΙ ΔΙΑΤΕΘΕΙΜΕΝΟΣ ΝΑ ΦΤΑΣΩ ΣΕ ΑΚΡΑΙΕΣ ΛΥΣΕΙ [ΦΥΛΑΚΕΣ ,ΚΑΤΑΣΧΕΣΕΙΣ,ΚΤΛ] ΓΙΑ ΤΟ ΕΥΧΑΡΙΣΤΩ ΤΟΥ ΚΡΑΤΟΥΣ [ΣΑΣ] ΠΡΟΣ ΚΑΠΟΙΟΝ Ο ΟΠΟΙΟΣ ΕΣΩΣΕ ΤΟΝ ΤΟΠΟ ΠΟΥ ΕΣΕΙΣ ΔΙΑΛΥΣΑΤΕ ΚΑΙ ΠΟΥ ΕΠΙΜΕΝΕΤΕ ΝΑ ΤΟΝ ΔΙΑΤΗΡΕΙΤΕ ΣΤΗ ΖΩΗ ΣΤΕΡΩΝΤΑΣ ΤΟΥ ΤΑΜΕΣΑ ΠΟΥ ΘΑ ΤΟΝ ΚΡΑΤΗΣΟΥΝ ΣΕ ΑΥΤΗ
Εγγραφή σε:
Σχόλια ανάρτησης (Atom)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου